Οι 6 ελληνικές φυλές σκύλων με ρίζες στην αρχαία Ελλάδα

Οι Έλληνες έχουν δώσει τόσα σπουδαία πράγματα στον κόσμο: εκπληκτικά έργα τέχνης και φιλοσοφίας, συγκλονιστική μυθολογία, τη δημοκρατία και… σκύλους.

Σίγουρα έχετε δει πολλά βιντεάκια με σκύλους, είτε επιμορφωτικά είτε αστεία, όμως αναρωτηθήκατε ποτέ ποια από αυτά τα σκυλάκια ανήκουν σε ελληνική φυλή;

Πολλές φυλές σκύλων συναντώνται στην αρχαία Ελλάδα όπου η χρήση τους ήταν κυρίως στο κυνήγι, για προστασία ή ακόμη και κάποιες φορές σε μάχες.

Αυτές οι ελληνικές λοιπόν φυλές σκύλων, όπως και τόσες άλλες, εξημερώθηκαν και μας συντροφεύουν εδώ και πολλά χρόνια.

Είναι οι όντως οι καλύτεροι φίλοι του ανθρώπου, όπως πολλές φορές έχει ειπωθεί, και αξίζει να εντάξουμε ένα – ή και γιατί όχι περισσότερα – χνουδωτά φιλαράκια στην οικογένειά μας.

Πάμε να δούμε λοιπόν περισσότερες πληροφορίες για 6 ελληνικές φυλές σκύλων οι οποίες έχουν τις ρίζες τους στην αρχαία Ελλάδα.

Αλωπεκίς

Το όνομα Αλωπεκίς σημαίνει «μικρή αλεπού» ή «αλεποειδής». Ανήκει στους πρωτόγονους λυκοειδείς σκύλους, έχει όρθια αυτιά, σφηνοειδές σχήμα κεφαλής, μεγάλα αμυγδαλωτά μάτια, είναι μεσαίου μεγέθους με ύψος που φτάνει τα 30 εκατοστά και χνουδωτή καμπυλωτή ουρά.
Πρόκειται για μια φυλή που εμφανίζεται στον ελλαδικό χώρο με τους Πελασγούς και αναφέρεται από αρκετούς αρχαίους Έλληνες κλασσικούς συγγραφείς, όπως είναι ο Αριστοτέλης, ο Ξενοφών και ο Αριστοφάνης. Απεικονίζεται σε πολλά αρχαιολογικά ευρήματα που υπήρχαν ήδη από τη μεταπαλαιολιθική εποχή στη Θεσσαλία, όπως κεραμικά, γλυπτά, αγαλματίδια και τάφους. Ο Ξενοφών αναφέρει την αλωπεκίδα ως ένα από τα δύο κύρια ελληνικά αρχέτυπα σκύλων στο έργο του «Κυνηγετικός». Οι αρχαίοι συγγραφείς πίστευαν ότι οι αλωπεκίδες δημιουργήθηκαν από τα ζευγαρώματα σκύλων και αλεπούδων. Ένα άλλο όνομα που τους αποδόθηκε στην αρχαιότητα ήταν «Κυναλώπηξ», που σημαίνει σκύλος-αλεπού. Άλλες τοπικές λαϊκές ονομασίες που συναντώνται στα νεότερα χρόνια είναι Αλεπουδίτσα, Αλεπουδόσκυλο, Βεντάκι στην Κρήτη, Ζαχαρόσκυλο στη Σκιάθο, Μωρόπα που είναι μια ποντιακή ονομασία και σημαίνει «μωράκια» πάλι στην Κρήτη, Μπόμπης ή Μπουμπούδι στις Σέρρες και Τσουπί ή τσουπάκι, που σημαίνει κοριτσάκι στην Αχαΐα και την Ηλεία. Οι αλωπεκίδες παραδοσιακά χρησιμοποιούνταν για την φύλαξη κοπαδιών αφού πρόκειται για σκύλους φύλακες που προειδοποιούν για πιθανό κίνδυνο, απειλή ή εισβολέα. Αντιλαμβάνονται φυσικά φαινόμενα πριν αυτά συμβούν όπως είναι για παράδειγμα ένας επικείμενος σεισμός. Αυτά τα πανέμορφα σκυλιά είναι κατάλληλα και για σκύλοι συντροφιάς διότι όχι μόνο είναι φύλακες, παρά το μικρό τους μέγεθος, αλλά και γιατί διαθέτουν εξαιρετικά υψηλή συναισθηματική αντίληψη, ευφυΐα, προσαρμοστικότητα και εκπαιδεύονται πολύ εύκολα. Είναι προστατευτικά, στοργικά, είναι πολύ φιλικά με τα παιδιά και αναπτύσσουν δυνατούς δεσμούς με τους κηδεμόνες τους. Η αλωπεκίδα είναι πιθανότατα η αρχαιότερη φυλή σκύλου που επιβιώνει στην Ευρώπη, όμως δυστυχώς πλέον είναι κρίσιμα απειλούμενο είδος και είναι επιτακτική η ανάγκη να προστατευτεί άμεσα.

Ελληνικός Ιχνηλάτης

Ο Ελληνικός Ιχνηλάτης ή Ελληνικός Λαγωνικός ή Γκέκας ή Ζαγάρι είναι μια από τις σχεδόν αναλλοίωτες φυλές σκύλων που έχουν επιβιώσει από αρχαιοτάτων χρόνων στον ελλαδικό χώρο. Αυτό ίσως οφείλεται στο γεγονός ότι η συγκεκριμένη φυλή σκύλων ζούσε σε δυσπρόσιτες ορεινές περιοχές της Ελλάδας, όπου δεν υπήρχε μεγάλος ανταγωνισμός από άλλες φυλές. Συνεπώς, το DNA τους παρέμεινε ατόφιο στο πέρασμα των χρόνων. Οι πρόγονοι του ελληνικού ιχνηλάτη είναι οι αρχαίοι Λακωνικοί σκύλοι της Πελοποννήσου, οι οποίοι συντρόφευαν στα ταξίδια τους, τους αρχαίους θαλασσοπόρους. Στις μάχες, συχνά χρησιμοποιούσαν τα συγκεκριμένα σκυλιά ως αγγελιοφόρους. Διαθέτουν εξαιρετική όσφρηση και μεγάλη αντοχή, για αυτό άλλωστε και αρχικά εκτράφηκαν ως κυνηγόσκυλα, κυρίως για κυνήγι λαγού και ζαρκαδιού στην αρχαία Ελλάδα και ιδίως στη Λακωνία, την Αργολίδα και την Κρήτη. Με το πέρασμα των χρόνων, η λέξη Λακωνικός, έγινε λαγωνικός και έτσι πέρασε στους Ρωμαίους με τη λατινική ονομασία Canis Leporarius (κύναι Λαγοωθήραι). Πολλούς αιώνες αργότερα, οι Γάλλοι ονόμασαν αυτά τα σκυλιά Lievre (λαγός), και μετέπειτα οι Ιταλοί τα ονόμασαν Lebriere (λαγωνικός). Ονομάστηκαν και Δρόμωνες, καθώς πρόκειται για ταχύτατα σκυλιά που χρησιμοποιούνταν και χρησιμοποιούνται σε κυνοδρομίες. Υπάρχουν αρκετές αναπαραστάσεις αρχαιοελληνικών τοιχογραφιών, αγγείων και νομισμάτων που επιβεβαιώνουν ότι ο ελληνικός ιχνηλάτης υπάρχει πολλές χιλιάδες χρόνια στα ελληνικά εδάφη, αφού τον βλέπουμε να συνοδεύει κυνηγούς, πολεμιστές, τις Βακχίδες αλλά και να είναι ο αχώριστος σύντροφος της θεάς Άρτεμις, της θεάς του κυνηγιού. Φτάνουν σε ύψος τα 55 εκατοστά και σε βάρος τα 25 κιλά. Στην Ελλάδα οι λαγωνικοί που αναγνωρίζονται επίσημα, διαθέτουν κοντό τραχύ, μαύρο και καφέ τρίχωμα. Είναι αρκετά ζωηρά σκυλιά, δυνατά, ρωμαλέα, έξυπνα και φιλικά. Σήμερα, ο ελληνικός ιχνηλάτης είναι η μοναδική φυλή με καταγωγή από την Ελλάδα που έχει αναγνωριστεί και από την Διεθνή Κυνολογική Ομοσπονδία (F.C.I.).

Ελληνικός Ποιμενικός

Ο Ελληνικός Ποιμενικός είναι ένας ελληνικός σκύλος φύλακας, που εκτρέφεται εδώ και αιώνες για την προστασία των ζώων στις ορεινές περιοχές της χώρας. Ο ελληνικός ποιμενικός ή όπως αλλιώς αποκαλείται, τσοπανόσκυλο, είναι ακόμα μία φυλή που προέρχεται από την Ελλάδα και μοιάζει πολύ με τον Μολοσσό. Διαμορφώθηκε και εξελίχθηκε στον ευρύτερο ελλαδικό χώρο στην αρχαιότητα και αναφέρεται στα Ομηρικά έπη, με παράδειγμα τον πασίγνωστο σκύλο του Οδυσσέα, τον Άργο.
Έχουν μεγάλο κεφάλι, φαρδύ στήθος γεγονός που τα καθιστά ιδανικά για την απόκρουση θηρευτών, συνήθως συναντώνται σε μαύρο, λευκό, γκρι ή συνδυασμό αυτών των τριών χρωμάτων, φτάσουν σε ύψος τα 75 εκατοστά και βάρος τα 50 κιλά. Είναι πολύ ανθεκτική και ισχυρή φυλή και δε διστάζουν να αμυνθούν απέναντι σε πιο μεγάλα και δυνατά ζώα όπως οι λύκοι ή οι αρκούδες. Είναι αφοσιωμένα, πολύ έξυπνα και αθλητικά σκυλιά και αυτός είναι ο λόγος που είναι τόσο δημοφιλή σκυλιά εργασίας. Το πυκνό τους τρίχωμα ταιριάζει εύκολα με το βραχώδες και δύσβατο τοπίο της ελληνικής υπαίθρου. Δυστυχώς, με την παρακμή της κτηνοτροφίας και την αύξηση διασταυρώσεων με άλλους σκύλους, έχουν αλλοιωθεί τα χαρακτηριστικά του ελληνικού ποιμενικού και υπολογίζεται ότι απομένουν λιγότεροι από 3.000 γνήσιοι ελληνικοί ποιμενικοί σήμερα στην Ελλάδα. Ο ΑΡΚΤΟΥΡΟΣ σε μια μεγάλη προσπάθειά του να διασώσει τη συγκεκριμένη φυλή, εφαρμόζει από το 1998 το Πρόγραμμα Αναπαραγωγής Ελληνικών Ποιμενικών Σκύλων.

Κοκόνι

Το Κοκόνι είναι μια μικρή φυλή οικόσιτου σκύλου που συναντάται και αυτή στην Αρχαία Ελλάδα. Το όνομά του πιθανώς να προέρχεται από τη λέξη κοκόνα που σημαίνει κόρη. Στις παλαιότερες εποχές, οι κόρες ζούσαν κυρίως μέσα και γύρω από το σπίτι, οπότε το κοκόνι έγινε «ο σκύλος της κόρης» ή «ο σκύλος για το σπίτι» σε αντίθεση με τους σκύλους που χρησιμοποιούνταν για κυνήγι ή τους σκύλους φύλακες. Πρόκειται για μια φυλή με αρχαία καταγωγή, μεσαίου μεγέθους, με ύψος που φτάνει τα 28 εκατοστά, με κορμό μακρύτερο από το ύψος τους, τριγωνικό κεφάλι, πεσμένα αυτιά, με κοντό τρίχωμα στο στο πρόσωπο και τα μπροστινά πόδια, μεσαίο ή μακρύ στον κορμό, τον λαιμό και τα πίσω πόδια και καμπυλωτή χνουδωτή ουρά. Τα κοκόνια συναντώνται και αυτά σε αναπαραστάσεις σε αγγεία, αγάλματα, ειδώλια και νομίσματα και από αυτό μπορούμε να καταλάβουμε την κοντινή σχέση που είχαν με την αρχαία ελληνική οικογένεια. Τα κοκόνια αποκαλούνταν και «παρέστια» επειδή τριγυρνούσαν στα πόδια των γυναικών όσο αυτές ετοίμαζαν το φαγητό στην εστία. Επίσης οι Αθηναίες αρχόντισσες τα έπαιρναν μαζί τους στην αγορά. Υπάρχουν πολλές απεικονίσεις κοκονιών να παίζουν και να συντροφεύουν τα παιδιά στην αρχαία εποχή, ένα ακόμη γεγονός που αποδεικνύει την εμπιστοσύνη και την εξαιρετική σχέση που διατηρούσαν από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα με την ελληνική οικογένεια. Αν και είναι μια μικρόσωμη φυλή, δεν είναι σκυλάκια αγκαλιάς, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν τους αρέσουν τα χάδια. Είναι πανέξυπνα, προσαρμόζονται εύκολα, διακρίνονται για την αριστοκρατία τους, εκπαιδεύονται πολύ εύκολα, αγαπούν βαθιά και άνευ όρων και μπορούν να γίνουν εξαιρετικοί σκύλοι θεραπείας. Είναι μια ανθεκτική ράτσα και αυτό αποδεικνύεται από το ότι κατάφεραν και επιβίωσαν ως αδέσποτα στους δρόμους της αρχαίας Ελλάδας. Το κοκόνι είναι αναγνωρισμένο από τον Κυνολογικό Όμιλο Ελλάδας (ΚΥΕ) ως φυλή σκύλου ελληνικής προέλευσης και αποτελεί δημοφιλή σύντροφο των Ελλήνων εδώ και αιώνες.

Κρητικός Λαγωνικός

Η Antara / Photo by Astrid Collett

Ο Κρητικός Λαγωνικός είναι μια αρχαία ελληνική ράτσα σκύλου που συναντάται στο νησί της Κρήτης. Θεωρείται από τις παλαιότερες κυνηγετικές φυλές στην Ευρώπη, με ιστορία που ξεκινά το 3.200 π.Χ.! Η μορφή του βρίσκεται σε αρχαιολογικά ευρήματα ηλικίας 5000 χρόνων στην ιδιαίτερη πατρίδα τους, την Κρήτη. Πρόκειται για έναν σκύλο με μακρύ λεπτό σώμα, κοντό λείο τρίχωμα, σηκωμένα αυτιά και στιβαρή ουρά. Μπορεί να φτάσει σε ύψος τα 59 εκατοστά και βάρος τα 22 κιλά. Είναι ανθεκτικός και μπορεί να επιβιώσει και να κυνηγήσει ακόμα και στις πιο βραχώδεις και δύσβατες περιοχές. Διαθέτει λιτοδίαιτο οργανισμό, με ισχυρή κράση και ικανότητα για πολύωρη εργασία και ταυτόχρονα είναι εξαιρετικά ευφυής και διαθέτει εξαιρετικό ένστικτο. Έχει απίστευτη όσφρηση, είναι γρήγορος και ευκίνητος, γεγονός που τον καθιστά το ιδανικό κυνηγητικό σκυλί. Διαθέτει ένα έμφυτο ένστικτο φύλαξης και προστασίας άλλων ζώων, είναι στοργικός με τους κηδεμόνες του, πιστός και αποτελεί σύντροφο ζωής.

Μολοσσός της Ηπείρου

Ο Μολοσσός της Ηπείρου είναι και αυτός μια αρχαία φυλή σκύλου που χρησιμοποιούνταν για την προστασία των ζώων από σαρκοφάγα θηλαστικά όπως ο λύκος, το τσακάλι ή η αρκούδα, στις ορεινές περιοχές της Ελλάδας και κυρίως στην περιοχή της Ηπείρου. Ο Μολοσσός της Ηπείρου ανατράφηκε από την αρχαία ελληνική φυλή των Μολοσσών αλλά και αργότερα στην εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ο Μολοσσός ήταν γιος του Νεοπτόλεμου και της Ανδρομάχης καθώς και εγγονός του Αχιλλέα. Θεωρείται γενάρχης των Μολοσσών της Ηπείρου από όπου πήραν και το όνομα τους οι Μολοσσοί. Είναι αμιγώς ελληνική φυλή που πιστεύεται ότι είναι ένας από τους κύριους προγόνους της σημερινής φυλής Μαστίφ. Η φυλή αναπτύχθηκε κυρίως για να συμμετέχει σε μάχες και ως σκύλος-φύλακας. Ο Μέγας Αλέξανδρος έπαιρνε τα συγκεκριμένα σκυλιά στις εκστρατείες μαζί του για να υπερασπίζονται τα κοπάδια του αλλά και για να τον βοηθάνε να νικήσει τους εχθρούς του. Είναι αρκετά μεγαλόσωμα σκυλιά, με ύψος που μπορεί να φτάσει τα 75 εκατοστά και βάρος που πολλές φορές ξεπερνά τα 60 κιλά. Σήμερα, ο Μολοσσός της Ηπείρου εξακολουθεί να εκτιμάται για τη δύναμη, την ευφυΐα και την αφοσίωσή του.

Μην χάσετε την ευκαιρία να χρησιμοποιήσετε την τεχνητή νοημοσύνη Ιπποκράτης που διαθέτει το IRI Beyond και να τον ρωτήσετε ό,τι θέλετε να μαθετε για την υγεία σας και όχι μόνο!
Μοιράσου την πληροφορία: