Μπορούσαν να διατηρήσουν τις θρησκείες τους οργανωμένα, όμως παρέμεναν πάνω απ’ όλα κάτοικοι β’ κατηγορίας επιβαρυμένοι με πολλούς φόρους.
Οι εξισλαμισμοί στην Οθωμανική αυτοκρατορία ήταν πότε βίαιοι και πότε όχι. Ήδη από τον 13ο αιώνα οι οθωμανοί απορροφούν στελέχη των κοινωνιών των Βαλκανίων, όπως ο Εβρενός Μπέη που κατέλαβε την Μακεδονία για λογαριασμό των οθωμανών και καταγόταν από αριστοκρατική βυζαντινή οικογένεια.
Αν ένας “άπιστος” ήταν δούλος π.χ. από κάποια πειρατική επιδρομή, μπορούσε οικειοθελώς να μεταστραφεί στο Ισλάμ για να απελευθερωθεί. Ή αν μια χριστιανή ήθελε να χωρίσει μπορούσε να γίνει μουσουλμάνα (χριστιανός δεν μπορούσε να παντρευτεί μουσουλμάνα). Κυρίως οι Βόσνιοι και οι Αλβανοί , οι Κρητικοί κι οι Κύπριοι ήταν μερικές από τις περιπτώσεις που εξισλαμίστηκαν ευρέως με την θέλησή τους.
Η μεγαλύτερη μορφή βίαιου εξισλαμισμού ήταν το Devşirme ή ανεπίσημα “Παιδομάζωμα”. Η ιστορία ξεκινάει επί Βαγιαζίτ Α’ τέλη του 14ου αιώνα , ο οποίος για να αντιταχθεί στους υπόλοιπους Τούρκους ευγενείς οργάνωσε στρατιωτικό σώμα από τους υποτελείς χριστιανούς ονομάζοντάς τους Yeni Çeri (νέα σώματα). Αυτός ο θεσμός εξελίχθηκε στη πορεία με μορφή υποχρεωτικής στρατολόγησης χριστιανών παιδιών κυρίως των Βαλκανίων. Οι οθωμανοί έπαιρναν συνήθως με την βία παιδιά απο 8-15, 15-20 ,ύστερα, ετών από πολύτεκνες οικογένειες που ζούσαν σε χωριά των πεδινών περιοχών. Ο πρώτος λόγος, ήταν να στελεχώσουν την αυλή του Σουλτάνου με αξιωματούχους, μέχρι την υψηλότερη βαθμίδα. Παράδειγμα ο Ιμπραήμ πασάς, ελληνικής καταγωγής, που είχε τον τίτλο του Μεγάλου Βεζίρη (πρωθυπουργού, το νούμερο 2 στην Οθωμ. Αυτοκρ.) πλάι στον σουλτάνο Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή. Τα παιδιά αυτά έπαιρναν υψηλότατη μόρφωση και λέγονταν iç oğlan (παιδί του “εσωτερικού”, του Παλατιού δηλαδή, εξ ου και το “τσογλάνι”). Ο δεύτερος λόγος, για να στρατολογήσουν το σώμα των Γενιτσάρων, τον τρόμο κάθε αντίπαλου στρατοπέδου. Εκεί έμπαιναν όσα από τα παιδιά είχαν καλή σωματική διάπλαση ή δεν “έπαιρναν από γράμματα”. Όλα αυτά τα “απαίδευτα παιδιά”(acemi oğlan, ατζεμί ογλάν), πρωτίστως, εξισλαμίζονταν.
Βέβαια υπήρχαν πολλές περιπτώσεις όπου τα παιδιά δεν οικιοθελώς. Κάποιοι γονείς έστελναν μαζί κι άλλο ένα παιδί για συντροφιά, ή ήξεραν ότι αν το παιδί τους ανέλθει στην ιεραρχία θα βοηθήσει την οικογένεια και τον τόπο του. Επίσης ήταν ένας δρόμος με τις μεγαλύτερες προοπτικές, και θα ξέφευγαν από τον μόχθο της αγροτικής δουλειάς. Αντιθέτως, αν κάποιος δεν ήθελε να το δώσει, μπορούσε να το παντρέψει από μικρό, διότι απαγορευόταν το παιδομάζωμα αν κάποιο παιδί ή έφηβος ήταν παντρεμένος. Το Devşirme σίγουρα βοήθησε στην ομοιογένεια της αυτοκρατορίας όσον αφορά στα υψηλά αξιώματα τουλάχιστον.
Το παιδoμάζωμα κράτησε σίγουρα μέχρι τις αρχές του 17ου αιώνα και έπειτα σπάνιζε. Το τελευταίο καταγεγραμμένο στον ελληνικό χώρο έχουμε το 1705 όταν ένας οθωμανός αξιωματούχος έφτασε στην Νάουσα για να στρατολογήσει 50 ελληνόπουλα κάτω των 20, “καλλίμορφους και αρτιμελείς”. Τότε οι κάτοικοι σκότωσαν τον απεσταλμένο και μαζεύτηκαν περίπου 100 κλέφτες και αρματολοί με επικεφαλής τον Ζήση Καραδήμο και άρχισαν να ληστεύουν και να σκοτώνουν Τούρκους της περιοχής. Τελικά νικήθηκαν και καταδικάστηκαν σε θάνατο. Το παιδομάζωμα είχε γίνει πια και δαπανηρό και εμφανώς μη ανεκτό.