Όλο και περισσότεροι άντρες μπορεί να αντιμετωπίσουν δυσκολίες στην προσπάθεια να κάνουν παιδί μέσα στον επόμενο χρόνο
Πέρυσι, μια ομάδα διεθνών ερευνητών δημοσίευσε μια παγκόσμια ανασκόπηση που αποκάλυψε ότι η συγκέντρωση σπερματοζωαρίων στο σπέρμα βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση τα τελευταία 50 χρόνια. Από το 1973 έως το 2018, τα σπερματοζωάρια μειώνονταν με ρυθμό 1,2% και από το 2000 και μετά η πτώση επιταχύνθηκε στο 2,6% ετησίως.
Το τελικό συμπέρασμα ήταν σοκαριστικό: ο αριθμός των σπερματοζωαρίων έχει μειωθεί στο μισό, από 99 εκατομμύρια σπερματοζωάρια ανά χιλιοστόλιτρο κατά μέσο όρο σε μόλις 47 εκατομμύρια. Η μείωση αυτή δείχνει ότι όλο και περισσότεροι άντρες μπορεί να αντιμετωπίσουν δυσκολίες στην προσπάθεια να κάνουν παιδί μέσα στον επόμενο χρόνο.
Επιβαρυντικοί παράγοντες
Η κακή διατροφή, το άγχος, η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ, το κάπνισμα και η παχυσαρκία είναι γνωστοί παράγοντες που βλάπτουν την υγεία του σπέρματος, αλλά δεν απεικονίζουν ολόκληρη την εικόνα. Πρόσφατη έρευνα έδειξε ότι υπάρχει σύνδεση μεταξύ της έκθεσης σε ορισμένες χημικές ουσίες και στειρότητας, υποδηλώνοντας ότι η ικανότητά μας να κάνουμε παιδιά επηρεάζεται από μια ευρύτερη, πιο σύνθετη σειρά παραγόντων.
Ποια είναι, όμως, τα χημικά αυτά και τι μπορεί να γίνει για να περιοριστεί ο αντίκτυπός τους στην υγεία του σπέρματος;
Έκθεση σε πλαστικά
Πέρυσι, μια μελέτη με επικεφαλής τον Andreas Kortenkamp, καθηγητή Ανθρώπινης Τοξικολογίας στο Πανεπιστήμιο Brunel, προσέφερε μια πρώτη στο είδος της αξιολόγηση της επίδρασης των χημικών ουσιών που βρίσκονται στα καθημερινά πλαστικά στη συγκέντρωση και τον αριθμό των σπερματοζωαρίων.
Η έρευνα εξέτασε το «χημικό κοκτέιλ» που υπάρχει στα πλαστικά (το οποίο μπορεί να περιέχει πάνω από 13.000 διαφορετικές χημικές ουσίες, οι επιπτώσεις πολλών από τις οποίες στην υγεία παραμένουν αδιευκρίνιστες) και εντόπισαν διάφορους γνωστούς υπαιτίους: τη δισφαινόλη Α και τα υποκατάστατά της, που βρίσκονται σε πολλούς τύπους πλαστικών δοχείων τροφίμων και στις επενδύσεις κονσερβών, τις φθαλικές ενώσεις, ένα άλλο πρόσθετο, και τις πολυχλωριωμένες διοξίνες, ένα είδος «για πάντα χημικό» που παράγεται με την καύση πλαστικού.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι κοινά προϊόντα και η μόλυνση του περιβάλλοντος εκθέτουν τους ανθρώπους σε αυτές τις χημικές ουσίες σε επίπεδα έως και 100 φορές υψηλότερα από αυτά που θεωρούνται ασφαλή, θέτοντας σε κίνδυνο ενδοκρινικών διαταραχών και προβλημάτων συναφών με την αναπαραγωγική υγεία, τον μεταβολισμό και τη λειτουργία του ανοσοποιητικού.
Οι ίδιες ουσίες έχουν επιπτώσεις και σε όσες είναι έγκυος, καθώς κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης λαμβάνουν χώρα κρίσιμα στάδια της αναπαραγωγικής ανάπτυξης.
Τι μπορούμε να κάνουμε
Μπορούμε να μειώσουμε την έκθεσή μας σε αυτές τις χημικές ουσίες αποφεύγοντας τα πλαστικά, ιδίως τα τρόφιμα σε πλαστικές συσκευασίες και τα ρούχα με βάση το πλαστικό, καθώς η έρευνα έχει δείξει ότι οι χημικές ουσίες μπορούν να εκπλυθούν στα τρόφιμα και να απορροφηθούν από το δέρμα μας.
Αλλά ο Kortenkamp δεν θεωρεί ότι η ευθύνη για την αποφυγή αυτών των χημικών ουσιών πρέπει να είναι προσωπική.
«Το πρόβλημα είναι ότι η ρύπανση από αυτές τις χημικές ουσίες είναι τόσο διαδεδομένη που είναι σχεδόν αδύνατο να μειώσουμε μόνοι την έκθεσή μας», λέει, επισημαίνοντας ότι η BPA, η οποία διαταράσσει το ενδοκρινικό σύστημα επειδή μιμείται τα οιστρογόνα, υπάρχει σε καθημερινά είδη διατροφής, όπως τα γαλακτοκομικά.
«Πρέπει να αναλάβουν δράση οι ρυθμιστικές Αρχές» για τον περιορισμό της BPA στην πηγή, λέει.
Για τον σκοπό αυτό, η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων συνέστησε να μειωθεί κατά 20.000 φορές το «ασφαλές» επίπεδο της BPA στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στις ΗΠΑ, ένας συνασπισμός ομάδων περιβάλλοντος και δημόσιας υγείας ζητά από τον αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) να θεσπίσει πιο αυστηρά όρια για τη δισφαινόλη Α και τα υποκατάστατά της στα πλαστικά που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα.
Η έκθεση στην ακεταμινοφαίνη
Η ακεταμινοφαίνη, γνωστή και ως παρακεταμόλη στην Ευρώπη, θεωρείται ευρέως το πιο ασφαλές παυσίπονο που μπορεί να λαμβάνεται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Το φάρμακο αυτό είναι τόσο συνηθισμένο που πολλοί «δεν το σκέφτονται καν ως φάρμακο», λέει ο Kortenkamp.
Ωστόσο, η έρευνα του Kortenkamp αξιολόγησε πέντε ξεχωριστές μελέτες, οι οποίες διαπίστωσαν όλες «μεγαλύτερη πιθανότητα να γεννηθεί ένα αγοράκι με μη κατερχόμενους όρχεις», κάτι που αποτελεί προγνωστικό παράγοντα για κακή ποιότητα σπέρματος, εάν η έγκυος έπαιρνε ακεταμινοφαίνη στο τέλος του πρώτου τριμήνου και την αρχή του δεύτερου.
Πηγή: Guardian