Η ομιλία, που κατέγραψε ο Θουκυδίδης, υπογραμμίζει τον τρόπο με τον οποίο η αθηναϊκή δημοκρατία ενθαρρύνει την προσωπική ελευθερία και θέτει την πόλη εκτός από τους υπόλοιπους ως παράδειγμα προς όλους:
′′ Το σύνταγμά μας δεν αντιγράφει τους νόμους των γειτονικών κρατών, είμαστε μάλλον ένα μοτίβο για τους άλλους παρά για τους ίδιους τους μιμητές. Η διοίκησή της ευνοεί τους πολλούς αντί τους λίγους, γι ‘ αυτό λέγεται δημοκρατία. Αν κοιτάξουμε τους νόμους, αυτοί δίνουν ισότιμη δικαιοσύνη σε όλους στις ιδιωτικές διαφορές τους, αν δεν υπάρχει κοινωνική στάθμευση, η εξέλιξη του δημόσιου βίου εξαρτάται από την φήμη για ικανότητα, οι ταξικές εκτιμήσεις δεν επιτρέπεται να παρεμβαίνουν στην αξία τους, ούτε πάλι η φτώχεια δεν είναι η κατεύθυνση της φτώχειας , αν ένας άνθρωπος είναι σε θέση να υπηρετήσει το κράτος, δεν εμποδίζεται από την αφάνεια της κατάστασής του. Η ελευθερία που απολαμβάνουμε στην κυβέρνησή μας επεκτείνεται και στην συνηθισμένη ζωή μας. Εκεί, μακριά από την άσκηση μιας ζηλοτυπίας παρακολούθησης ο ένας για τον άλλο, δεν αισθανόμαστε ότι καλούμαστε να είμαστε θυμωμένοι με τον γείτονα μας για να κάνει ό, τι του αρέσει, ή ακόμη και να επιδοκιμάσουμε σε αυτά τα ζηλιάρικα βλέμματα που δεν μπορούν να αποτύχουν να είναι προσβλητικά πέναλτι. Αλλά όλη αυτή η περίπτωση στις ιδιωτικές μας σχέσεις δεν μας καθιστά άνομους ως πολίτες. Απέναντι σε αυτόν τον φόβο είναι η κύρια φύλαξή μας, μας διδάσκει να υπακούμε στους δικαστές και τους νόμους, ιδίως όσον αφορά την προστασία των τραυματιών, είτε αυτοί είναι πράγματι στο βιβλίο καταστατικού, είτε ανήκουν σε αυτόν τον κώδικα που, αν και άγραφος, δεν μπορεί να είναι ακόμη σπασμένος χωρίς να αναγνωρίζεται ντροπή.”
Ιστορία, ΙΙ. 34-46
Ρωμαϊκό αντίγραφο
2 ος. αιώνα μ.Χ.
Βρετανικό Μουσείο.