Ο Δαίδαλος γιος του Ευπάλαμου ή Παλαμάονα, ενός επιδέξιου και πολύτεχνου άνδρα, θεωρείται μυθικός ήρωας στον οποίο αποδίδονται αδιακρίτως όλα τα αρχέγονα έργα της αρχιτεκτονικής και της γλυπτικής. Μητέρα του ήταν η Αλκίππη ή Φρασιμήδη. Ανήκε στο γένος των Ερεχθειδών και ήταν δισέγγονος του Ερεχθέα. Ο Δαίδαλος παντρεύτηκε τη Ναυκράτη ή Ναυσικράτη, δούλη του Μίνωα, με την οποία απέκτησε τον Ίκαρο.Ο Δαίδαλος είχε εργαστήρι στην Αθήνα και ήταν ο πιο ξακουστός τεχνίτης της πόλης. Μάλιστα έλεγαν πως ήταν τέτοια η τέχνη του που τα αγάλματά του έμοιαζαν με αληθινά και ήταν έτοιμα να κινηθούν. Εξ’ αυτού μυθολογείται το εξής περιστατικό: όταν ο Ηρακλής επισκέφθηκε την Αθήνα (άλλοι τοποθετούν το γεγονός στη Κόρινθο, τότε που συνάντησε τον Θησέα παιδί), πέρασε ένα βράδυ από το εργαστήρι του Δαίδαλου. Έξω από αυτό υπήρχε ένα άγαλμά του που παρίστανε τον Ηρακλή σε θέση μάχης. Ο ίδιος νόμιζε, λόγω σκότους, πως κάποιος τον απειλούσε και έτσι με το περίφημο ρόπαλό του το κατέστρεψε. Όταν είδε τη ζημιά που προκάλεσε στεναχωρήθηκε και ζήτησε τη συγγνώμη του. Επιπλέον έλεγαν πως καταγόταν από τον Ήφαιστο, απ’ όπου και όφειλε την τρομερή επιδεξιότητά του. Ο Δαίδαλος ήταν ο πρώτος που έδωσε ελεύθερη κίνηση στα μέλη του αγάλματος, απελευθερώνοντας έτσι τα χέρια από το σώμα και ξεχωρίζοντας τα πόδια μεταξύ τους. Επιπλέον έδωσε περισσότερη εκφραστικότητα στο πρόσωπο προσθέτοντας τα χαρακτηριστικά του ματιού (βολβός, κόρη, ίριδα).
Ωστόσο υπάρχει και ένα μελανό σημείο στην ζωή του Δαίδαλου. Στο εργαστήρι του μαθήτευε ο γιος της αδελφής του Πέρδικας, ο Τάλως. Ο νεαρός ήταν ευφυέστατος και εξ’ ίσου επιδέξιος με τον Δαίδαλο. Στον Τάλω αποδιδόταν η εφεύρεση του πριονιού, την οποία εμπνεύστηκε από την οδοντοστοιχία ενός νεκρού ζώου ή από την ραχοκοκκαλιά ενός ψαριού. Μάλιστα πολλοί κακεντρεχείς διέσπειραν τη φήμη πως ο ανιψιός του Δαιδάλου θα επισκίαζε σύντομα τον δάσκαλό του. Έτσι ένα αίσθημα ζηλοφθονίας δημιουργήθηκε στον δάσκαλο του Τάλω, το οποίο μετρίαζε η αγάπη του προς το παιδί. Όταν μια μέρα θείος και ανιψιός ήταν στην Ακρόπολη συνέβη ένα τραγικό γεγονός: ο Τάλως παραπάτησε και γκρεμίστηκε από τα τείχη της. Η στεναχώρια του Δαιδάλου ήταν μεγάλη, αφού δεν είχε αποκτήσει ακόμη τον Ίκαρο και θεωρούσε τον ανιψιό του ως γιο δικό του. Όμως, κατά την ετοιμασία της ταφής, ο Δαίδαλος κατηγορήθηκε για το φόνο του ανιψιού του. Έτσι ο Δαίδαλος δικάστηκε και εξορίστηκε από τον Άρειο Πάγο και κατέφυγε στην Κρήτη.Εκεί χρησιμοποίησε την ιδιοφυΐα του για την κατασκευή σύνθετων έργων, όπως για παράδειγμα το περίφημο ανάγλυφο προς τιμή της Αριάδνης, το οποίο αναπαριστά τον χορό της Αριάδνης που περιγράφεται από τον Όμηρο. Κατασκεύασε ξύλινο ομοίωμα αγελάδας (την περίφημη “Δάμαλις”), με το οποίο η Πασιφάη, γυναίκα του Μίνωα, ενώθηκε με τον λευκό ταύρο, που δώρισε ο Ποσειδώνας στον βασιλιά της Κρήτης. Στη διάρκεια της παραμονής του στο νησί, ο Δαίδαλος και ενώ βρισκόταν στην ευμένεια του Μίνωα κατασκεύασε τον Λαβύρινθο μέσα στον οποίο κλείστηκε ο μυθικός Μινώταυρος που φύλαγε μάλλον το θησαυρό του Μίνωα. Στον Λαβύρινθο η κατασκευή ήταν τέτοια, που εύκολα έφτανες στο κέντρο του, δύσκολα όμως έβρισκες την έξοδο του. Ο Μίνωας τόσο εκτίμησε τον Δαίδαλο που δεν του επέτρεπε να φύγει ούτε έξω από το παλάτι.
Στον Δαίδαλο κατέφυγε η ερωτοχτυπημένη Αριάδνη, για να της δώσει μια λύση ώστε να σωθεί ο αγαπημένος της Θησέας. Έτσι της έδωσε τον περίφημο “μίτο της Αριάδνης”, με τον οποίο ο Θησέας “χαρτογράφησε” την πορεία του στον Λαβύρινθο και, αφού σκότωσε τον Μινώταυρο, ακολούθησε το ξετυλιγμένο σκοινί και βγήκε έξω. Όταν κατάλαβε ο βασιλιάς της Κρήτης την ανάμιξη που είχε ο Δαίδαλος στα γεγονότα με τον Θησέα, εξέφρασε την δυσμένεια του με το να του απαγορεύσει να φύγει και να τον κλείσει στο τελειότερο κατασκεύασμα του, στον Λαβύρινθο. Στην προσπάθειά του να δραπετεύσει από το νησί και χάρη στην ευφυΐα του επινόησε γι’ αυτόν και τον γιο του, τον Ίκαρο, φτερά τα οποία τους βοήθησαν να πετάξουν και ξεφύγουν από τον Μίνωα. Ο Δαίδαλος κατάφερε να φτάσει σώος και αβλαβής στην Καμικό ή την Κύμη της Σικελίας, όπου βασιλιάς ήταν ο Κόκαλος ή Κώκαλος, ενώ ο Ίκαρος παρακούοντας τις εντολές του πατέρα του, πλησίασε τον ήλιο και το κερί που συγκρατούσε τα φτερά του έλιωσε με αποτέλεσμα να πνιγεί στην θάλασσα που ονομάστηκε Ικάριο Πέλαγος και να ταφεί σε ένα νησί που ονομάστηκε Ικαρία.
Με την απόδραση του Δαίδαλου συνδέεται και ο μύθος του θανάτου του Μίνωα, ο οποίος καταδίωξε τον Δαίδαλο μέχρι τη Σικελία όπου και θανατώθηκε από τον βασιλιά Κώκαλο μετά από παγίδα που του έστησε ο τελευταίος. Μάλιστα λένε πως για να εντοπίσει ο Μίνωας πού βρισκόταν ο Δαίδαλος έθετε το εξής πρόβλημα: ζητούσε από τους βασιλείς να περάσουν μια κλωστή μέσα από ένα μεγάλο κοχύλι, τύπου κοχλία. Ήξερε πως μόνο ο Δαίδαλος θα μπορούσε να δώσει λύση στο πρόβλημα του.
Έτσι, όταν το έθεσε στον Κώκαλο, εκείνος πήγε στον Δαίδαλο το κοχύλι και του ζήτησε να περάσει την κλωστή μέσα του. Ο Δαίδαλος, αφού σκέφτηκε, έβαλε λίγο μέλι στην άκρη του κοχυλιού και στο άνοιγμά του ένα μυρμήγκι, δεμένο με την κλωστή. Το μυρμήγκι πέρασε μέσα από την σπειροειδή διαδρομή του εσωτερικού του κοχλία και έφτασε στην άκρη, μεταφέροντας έτσι το ένα άκρο της κλωστής στα ενδότερα του κοχυλιού. Βλέποντας την λύση ο Μίνωας, απαίτησε από τον Κώκαλο να του παραδώσει τον Δαίδαλο.
Ο Κώκαλος ζήτησε από τον Μίνωα να ξεκουραστεί έως ότου φέρει αυτός τον Δαίδαλο. Ο Μίνωας ανυποψίαστος πήγε να κάνει μπάνιο. Στο λουτρό ο Κώκαλος ή οι κόρες του έπνιξαν τον Μίνωα. Έτσι πέθανε ο πιο ξακουστός βασιλιά της Κρήτης. Το πτώμα του το παρέλαβαν οι στρατιώτες του με τη δικαιολογία ότι ο Μίνωας γλίστρησε στο λουτρό και πνίγηκε. Οι στρατιώτες έθαψαν το σώμα στην περιοχή του Ακράγαντα και διέμειναν στην πόλη αυτή, που αρχικά ονομάστηκε Μίνωα. Τα οστά του Μίνωα μεταφέρθηκαν στην γενέτειρά του πολύ καιρό αργότερα, την εποχή του Ακραγαντινού Θήρωνα.
Ο Δαίδαλος έζησε μέρες δόξας στην Σικελία που όμως τις επισκίαζε η ανάμνηση του θανάτου του Ίκαρου. Λέγεται πως όταν ο Θησέας εκστράτευσε, μετά τον θάνατο του Μίνωα, κατά της Κρήτης, είχε για οδηγό τον Δαίδαλο. Όταν νίκησε ο Θησέας σε ναυμαχία τον γιο του Μίνωα, Δευκαλίωνα, κατέλαβε την Κνωσό, σκότωσε τον Δευκαλίωνα και έκανε βασίλισσα του νησιού την Αριάδνη.
Η επικρατέστερη άποψη για τον τόπο που πέθανε ο Δαίδαλος, είναι αυτή που τον συνδέει με την Αίγυπτο, όπου σε ένα νησάκι του Νείλου τον τιμούσαν ως θεό.