Αυξάνονται οι τιμές φθηνών και μοναδικών φαρμάκων πριν από το Πάσχα, με τους πολίτες να καλούνται να πληρώσουν τη διαφορά στη συμμετοχή
Σε αλλαγές που έχουν σκοπό την εξοικονόμηση χρημάτων και τον εξορθολογισμό της φαρμακευτικής δαπάνης, αλλά λειτουργούν επιβαρυντικά στην «τσέπη» των πολιτών, προχωρά το Υπουργείο Υγείας.
Μετά τις ρυθμίσεις που αποφασίστηκαν για τη συγκράτηση της δαπάνης του Ινστιτούτου Φαρμακευτικής Έρευνας και Τεχνολογίας (ΙΦΕΤ), ειδικά σε ό,τι αφορά στα φάρμακα που συνταγογραφούνται μέσω του Συστήματος Ηλεκτρονικής Προέγκρισης (ΣΗΠ), στο επίκεντρο της φαρμακευτικής πολιτικής μπαίνουν τα φθηνά και μοναδικά φάρμακα.
Έτσι, πριν από το Πάσχα αναμένονται νέες, αυξημένες, τιμές για περίπου 200 φάρμακα. Πρόκειται για σκευάσματα φθηνά, κάτω των πέντε ευρώ, αλλά μοναδικά και απαραίτητα για αρκετές παθήσεις ή καταστάσεις υγείας. Το Υπουργείο Υγείας κρίνει πως είναι σημαντικό για λόγους δημόσιας υγείας να μη φύγουν από την αγορά λόγω κόστους. Οι τιμές τους, όμως, είναι πολύ χαμηλές σε σχέση με εκείνες σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Με δεδομένο το υψηλό clawback (αυτόματες υποχρεωτικές επιστροφές) που καλούνται να καταβάλλουν οι φαρμακευτικές εταιρείες στη χώρα μας, δεν υπάρχει εμπορικό όφελος από την κυκλοφορία αυτών των φαρμάκων. Γι’ αυτό και σε αρκετές περιπτώσεις παρουσιάζονται ελλείψεις και παραγγέλνονται εκτάκτως μέσω ΙΦΕΤ, σε έως και τριπλάσιες τιμές.
Με σκοπό να εκλείψει αυτό το φαινόμενο, ο Υπουργός Υγείας με ρύθμισή του έδωσε τη δυνατότητα στις εταιρείες να αιτηθούν αύξηση τιμής προς τον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων (ΕΟΦ) για λόγους που οι ίδιες επικαλούνται. Έχουν συγκεντρωθεί περίπου 1.000 αιτήματα, πολλά εξ αυτών, βέβαια, αφορούν σε ίδια σκευάσματα αλλά διαφορετικούς κωδικούς. Επομένως, ο αριθμός των φαρμάκων διαμορφώνεται περί τα 200. Η επιβάρυνση του δημοσίου από τις αυξήσεις τιμών εκτιμάται στα περίπου 20-30 εκατ. ευρώ. Όμως, τελικά θα προκύψει εξοικονόμηση, αφού το κράτος θα κερδίσει μη παραγγέλνοντας φθηνά μοναδικά φάρμακα μέσω ΙΦΕΤ, σε πολύ υψηλότερες τιμές.