Σύμφωνα με το μύθο η πόλη ονομαζόταν αρχικά Νίσα από το όνομα του Νίσου, του βασιλιά της.
Στη συνέχεια όμως μετονομάστηκε σε “Μέγαρα” ως ένδειξη τιμής στον ήρωα Μεγαρέα.
Ποιος ήταν όμως ο Μεγαρέας;
Βοιωτικός μύθος:
Ο Παυσανίας αναφέρει ότι κατά τους Βοιωτούς ο Μεγαρέας ήταν γιος του Ποσειδώνα, ενάρετος και ικανός πολεμιστής.
Ο ήρωας αυτός αρχικά ζούσε στη Βοιωτία, όμως ένα σημαντικό γεγονός τον οδήγησε στην πόλη που έμελλε να πάρει το όνομά του.
Ειδικότερα, όταν στα Μέγαρα βασίλευε ο Νίσος, ο βασιλιάς της Κρήτης Μίνωας εκστράτευσε εναντίον του.
Ο Μίνωας έφτασε με μεγάλη ναυτική και στρατιωτική δύναμη έξω από την πόλη και ξεκίνησε μια τρομερή πολιορκία που έφερε τους κατοίκους σε εξαιρετικά δεινή θέση.
Τότε ο Μεγαρέας βλέποντας την επικείμενη ήττα του βασιλιά Νίσου, οργάνωσε ισχυρό στρατό από Βοιωτούς και έσπευσε να ενισχύσει τους πολιορκούμενους Μεγαρείς.
Πράγματι, η ενίσχυση που πρόσφερε στην πόλη, στρατιωτική και ηθική, εκείνη την κρίσιμη στιγμή ήταν σημαντική.
Ωστόσο κατά τη διάρκεια μιας μάχης με τους Κρήτες ο Μεγαρέας τραυματίστηκε θανάσιμα.
Τότε, όπως αναφέρει η βοιωτική παράδοση, οι Μεγαρείς για να τον τιμήσουν, έθαψαν το σώμα του στη πόλη τους κι επιπλέον έδωσαν σε αυτή το όνομα του νεκρού ήρωα.
Μεγαρίτικη εκδοχή:
Σύμφωνα τώρα με τη μεγαρική εκδοχή του μύθου, η ονομασία της πόλης αποδίδεται πάλι στον Μεγαρέα, όμως μέσα σε ένα διαφορετικό μυθολογικό πλαίσιο.
Ο Αριστοτέλης στα “Μετεωρολογικά” του αναφέρει ότι “περί την Ελλάδα την αρχαία” ο Δίας πραγματοποίησε μεγάλο κατακλυσμό, γνωστό ως κατακλυσμό του Δευκαλίωνα.
Από αυτή την καταστροφή ελάχιστοι επιβίωσαν, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο Μεγαρέας.
Αυτός επέζησε, γιατί καθώς κολυμπούσε παρατήρησε ένα κοπάδι γερανών και το ακολούθησε.
Τα πουλιά τον έσωσαν οδηγώντας τον στην κορυφή ενός βουνού που είναι γνωστό ως τις μέρες μας εξαιτίας αυτού του μυθικού περιστατικού ως “Γεράνεια”.
Αλλη μεγαρική παράδοση αναφέρει ότι ο Μεγαρέας παντρεύτηκε την κόρη του Νίσου, τον οποίο διαδέχτηκε στον θρόνο.
Σύμφωνα με τον Παυσανία, από αυτόν τον γάμο ο Μεγαρέας απέκτησε δύο γιους, τον Τίμαλκο και τον Ένιππο.
Όμως και τα δύο του παιδιά είχαν τραγική μοίρα, καθώς ο Τίμαλκος φονεύτηκε από τον Θησέα και ο Ένιππος βρήκε τον θάνατο από το λιοντάρι του Κιθαιρώνος.
Τότε ο Μεγαρέας υποσχέθηκε το χέρι της κόρης του, Εναίχμης, και τη διαδοχή στο θρόνο των Μεγάρων σε όποιον θα κυνηγούσε και θα εξόντωνε το θηρίο του Κιθαιρώνος.
Αυτός που πραγματοποίησε τον άθλο ήταν ο Αλκάθους, ο οποίος διαδέχτηκε στον θρόνο τον Μεγαρέα.
Ιστορική αναζήτηση:
Αρκετά πιθανή για την προέλευση του τοπωνυμίου είναι η άποψη ότι τα Μέγαρα πήραν το όνομά τους από ομώνυμα μικρά ιερά αφιερωμένα στη θεά Δήμητρ
Τα “μέγαρα”:
Για να τιμήσουν τη θεά οι Μεγαρείς, οικοδόμησαν μικρά ιερά, τα “μέγαρα”, τα οποία ήταν υπόγειοι χώροι, κατάλληλα διαμορφωμένοι για την τέλεση των μυστηρίων.
Η πιο σημαντική γιορτή που τελούσαν εκεί ήταν τα Θεσμοφόρια.
Από όλες τις πόλεις που γιόρταζαν τα Θεσμοφόρια ξεχώριζαν τα Μέγαρα, η Αθήνα και η Θήβα για τη λαμπρότητα των εκδηλώσεών τους.
Η γιορτή πραγματοποιόταν τον μήνα Πυανοψιώνα, [Οκτώβριος ? Νοέμβριος ], που ήταν ο μήνας της σποράς και διαρκούσε τρεις μέρες .
Στην τελετή συμμετείχαν μόνο γυναίκες που καλούνταν “αντλήτριαι”.
Αυτές κατέβαιναν στα υπόγεια ιερά, τα “μέγαρα”, και επέστρεφαν φέρνοντας δοχεία που περιείχαν χοιρίδια, κουκουνάρια και ομοιώματα από ζυμάρι σε σχήμα φιδιών.
Οι προσφορές αυτές λέγονταν θεσμοί και η αντίστοιχη γιορτή θεσμοφόρια.
Έπειτα τις προσφορές τις τοποθετούσαν στο βωμό της Δήμητρας και τις αναμείγνυαν με ,τον σπόρο της νέας σποράς προσδοκώντας την ευλογία της θεάς για μια καλή σοδειά.
Τα μικρά αυτά ιερά, τα μέγαρα, πιστεύεται ότι συνδέονται άμεσα με την ονομασία της πόλης μας.
Όμως, είναι εξίσου σημαντικό ότι από αυτά τα μνημεία αντλούμε πληροφορίες για τον πολιτισμό αλλά και την οικονομία των Μεγάρων κατά τη αρχαιότητα, όπως η λατρεία της Δήμητρας αποτελεί σαφές δείγμα της αγροτικής οικονομίας της περιοχής.
Σε γενικές γραμμές, αυτό που παρατηρούμε είναι ότι η ύπαρξη πολλών μύθων, παραδόσεων αλλά και ιστορικών τεκμηρίων διατήρησε το όνομα της πόλης μας ανέγγιχτο από το χρόνο και αποδεικνύει ότι τα Μέγαρα διακρίνονται για το πλούσιο πολιτιστικό και ιστορικό τους υπόβαθρο.
Αυτή είναι η κληρονομιά του τόπου μας που εμείς οι νεότεροι οφείλομε όχι μόνο να την γνωρίζουμε και να τη συντηρούμε αλλά και να την εμπλουτίζουμε με νέες δραστηριότητες. Μέλημά μας πρέπει να είναι όχι μόνο η πίστη στο παρελθόν αλλά και η φροντίδα για το μέλλον της πόλης μας.
Βιβλιογραφία: Παυσανίας 1,39,4 Αριστοτέλης Μετεωρολογικά Α, 14
Ε. Highbarger “History and Civilization of ancient Megara” (1972),’
W. Burkert “Μυστηριακές λατρείες της αρχαιότητας” (1997)
Κείμενο: Ελευθερία Σαμούρη, Ιστορικός-Αρχαιολόγος