Η πανδημία COVID-19, μια παγκόσμια τραγωδία με ανυπολόγιστες συνέπειες, έχει στην καρδιά της ένα ερώτημα που για πολύ καιρό επιχειρήθηκε να συσκοτιστεί: την προέλευση του SARS-CoV-2. Πλέον, η αλήθεια είναι ξεκάθαρη: ο ιός δεν είναι προϊόν μιας φυσικής ζωονοσογόνου μετάδοσης, αλλά το αποτέλεσμα εργαστηριακής έρευνας, είτε μέσω ατυχήματος είτε μέσω σκόπιμης τροποποίησης. Αυτό το κείμενο θα αναλύσει τα αδιάσειστα στοιχεία που υποστηρίζουν αυτή τη βεβαιότητα και θα καταδείξει την ανεπάρκεια της “θεωρίας” της φυσικής προέλευσης, ακόμη και όταν αυτή προσπαθεί να θεμελιωθεί σε επιστημονικές δημοσιεύσεις που παρουσιάζονται ως αδιάσειστα επιχειρήματα.
Η Αδυναμία της Φυσικής Εξήγησης: Ένα Θεμέλιο που Καταρρέει Παρά τις Πρώιμες Διαβεβαιώσεις (Zhou et al., 2020; Lu et al., 2020)
Οι πρώιμες προσπάθειες να συνδεθεί ο SARS-CoV-2 με μια φυσική ζωονοσογόνο μετάδοση, όπως αυτές που περιγράφονται στις μελέτες των Zhou et al. (2020) και Lu et al. (2020), βασίστηκαν στην ανίχνευση του ιού σε ασθενείς που συνδέονταν με την αγορά θαλασσινών της Ουχάν και στην ομοιότητά του με κορωνοϊούς νυχτερίδων. Ωστόσο, όπως και οι ίδιοι οι συγγραφείς αναγνωρίζουν, η απουσία ενός άμεσου ζωικού προγόνου παρέμενε ένα δυσεπίλυτο πρόβλημα. Η υπόθεση ενός ενδιάμεσου ξενιστή, που θα γεφύρωνε το γενετικό χάσμα, δεν επιβεβαιώθηκε ποτέ. Αυτή η έλλειψη ενός κρίσιμου κρίκου στην αλυσίδα της φυσικής μετάδοσης υπονομεύει σοβαρά την αξιοπιστία της “θεωρίας”.
Γενετικά “Δακτυλικά Αποτυπώματα” που Αποκαλύπτουν Εργαστηριακή Παρέμβαση (Andersen et al., 2020)
Η γενετική αλληλουχία του SARS-CoV-2 φέρει “δακτυλικά αποτυπώματα” που φωνάζουν για εργαστηριακή παρέμβαση. Όπως επισημαίνει και η ανάλυση των Andersen et al. (2020), το σημείο τομής της φουρίνης, ένα βασικό στοιχείο για την αυξημένη μεταδοτικότητα και παθογένεια του ιού, είναι εξαιρετικά ασυνήθιστο σε βήτα-κορωνοϊούς της υποομάδας Β. Η ξαφνική εμφάνισή του, χωρίς σαφή εξελικτική πορεία από γνωστούς ιούς, αποτελεί ισχυρή ένδειξη για εργαστηριακή εισαγωγή. Επιπλέον, η βέλτιστη σύνδεση με τον ανθρώπινο υποδοχέα ACE2, αν και όχι τέλεια, είναι εντυπωσιακά υψηλή για έναν ιό που φέρεται να έχει μόλις πραγματοποιήσει διαειδική μετάδοση, υποδηλώνοντας πιθανή εργαστηριακή “βελτιστοποίηση” (Wan et al., 2020).
Η “Ανάλυση” που Σκοπίμως Παραβλέπει (Paraskevis et al., 2020): Περιορισμένη Εστίαση και Αποπροσανατολισμός
Η δημοσίευση των Παρασκευή et al. (2020) στο Infection, Genetics and Evolution, με το συμπέρασμα ότι ο SARS-CoV-2 δεν προέκυψε από πρόσφατο ανασυνδυασμό, χρησιμοποιήθηκε ως επιχείρημα υπέρ της φυσικής εξέλιξης. Ωστόσο, όπως και οι ίδιοι οι συγγραφείς αναφέρουν, η ανάλυσή τους εστιάζει σε έναν συγκεκριμένο γενετικό μηχανισμό. Η απουσία πρόσφατου ανασυνδυασμού δεν αποκλείει άλλες μορφές εργαστηριακής χειραγώγησης, όπως στοχευμένες γενετικές τροποποιήσεις ή σειριακές μεταβιβάσεις σε κυτταρικές καλλιέργειες ή ζώα. Η εστίαση σε αυτό το συγκεκριμένο εύρημα αποσπά την προσοχή από άλλα, πιο ανησυχητικά γενετικά χαρακτηριστικά του ιού που δεν εξηγούνται εύκολα από φυσικές διαδικασίες.
Το “Επιχείρημα” της Φυσικής Προέλευσης υπό Έλεγχο (Andersen et al., 2020): Ανεπαρκείς Εξηγήσεις για Κρίσιμα Χαρακτηριστικά
Το άρθρο των Andersen et al. (2020) στο Nature Medicine επιχείρησε να καταρρίψει την ιδέα της εργαστηριακής προέλευσης, υποστηρίζοντας ότι τα γενετικά χαρακτηριστικά του ιού είναι συμβατά με φυσική εξέλιξη. Ωστόσο, η ανάλυσή τους δεν παρέχει πειστικές εξηγήσεις για την εμφάνιση του σημείου τομής της φουρίνης, ένα μοναδικό χαρακτηριστικό που ενισχύει σημαντικά τη μεταδοτικότητα του ιού. Η υπόθεσή τους για πιθανή εισαγωγή αυτού του σημείου μέσω ανασυνδυασμού σε ζωικό ξενιστή παραμένει εικασία χωρίς ισχυρές αποδείξεις. Επιπλέον, η εξήγησή τους για τη βέλτιστη σύνδεση με τον ACE2 ως αποτέλεσμα φυσικής προσαρμογής δεν λαμβάνει υπόψη την πιθανότητα εργαστηριακής “βελτιστοποίησης” μέσω πειραμάτων “gain-of-function” που ήταν γνωστό ότι διεξάγονταν σε εργαστήρια όπως το Wuhan Institute of Virology.
Η “Συντονισμένη” Απόρριψη (Επιστολή The Lancet): Ένα Εργαλείο Καταστολής της Αλήθειας
Η επιστολή που δημοσιεύθηκε στο The Lancet, με την υπογραφή πολλών επιστημόνων, καταδίκαζε τις “θεωρίες συνωμοσίας” για μη φυσική προέλευση σε ένα πολύ πρώιμο στάδιο της πανδημίας. Αυτή η πρόωρη και κατηγορηματική δήλωση, βασισμένη σε περιορισμένα δεδομένα και πριν από την πλήρη κατανόηση των μοναδικών χαρακτηριστικών του ιού, υποδηλώνει μια προσπάθεια να ελεγχθεί η αφήγηση και να αποθαρρυνθεί η περαιτέρω έρευνα για την εργαστηριακή προέλευση. Η έμφαση στην αλληλεγγύη προς τους Κινέζους επιστήμονες, χωρίς παράλληλη έκκληση για διαφάνεια σχετικά με τις εργαστηριακές δραστηριότητες, ενισχύει τις υποψίες για μια προσπάθεια συγκάλυψης.
Η Διεθνής Αμφισβήτηση και η Ελληνική “Φωνή της Λογικής”: Η Σημασία της Επιστολής Αντωναράκη
Η αμφισβήτηση της “επίσημης” αφήγησης δεν ήταν περιθωριακή. Διακεκριμένοι επιστήμονες, όπως ο νομπελίστας Λυκ Μοντανιέ, εξέφρασαν δημοσίως την πεποίθησή τους για την εργαστηριακή προέλευση του ιού, βασιζόμενοι σε γενετικές αναλύσεις που υποδείκνυαν σημάδια ανθρώπινης παρέμβασης. Η πιθανή επικοινωνία του καθηγητή Στυλιανού Αντωναράκη με τον Μοντανιέ, όπως αναφέρθηκε στα ελληνικά μέσα, αντικατοπτρίζει την αυξανόμενη ανησυχία στην επιστημονική κοινότητα σχετικά με την ανεπάρκεια της “θεωρίας” της φυσικής προέλευσης και την ανάγκη για μια πιο ειλικρινή διερεύνηση.
Συμπέρασμα: Η Αδιαμφισβήτητη Βεβαιότητα της Εργαστηριακής Προέλευσης και η Επιτακτική Ανάγκη για Δικαιοσύνη
Η ενδελεχής εξέταση των γενετικών στοιχείων, η αδυναμία της “θεωρίας” της φυσικής προέλευσης να προσφέρει πειστικές εξηγήσεις για τα μοναδικά χαρακτηριστικά του SARS-CoV-2, η γεωγραφική εστίαση της πανδημίας κοντά σε ένα εργαστήριο που διεξήγαγε επικίνδυνες έρευνες σε κορωνοϊούς, και η προσπάθεια καταστολής των αντίθετων απόψεων που υποστηρίζονται ακόμη και από δημοσιεύσεις όπως αυτές που αναφέραμε, οδηγούν σε ένα αδιαμφισβήτητο συμπέρασμα: ο SARS-CoV-2 προήλθε από εργαστήριο. Η παγκόσμια κοινότητα οφείλει να αποδεχθεί αυτή την αλήθεια, να απαιτήσει πλήρη διαφάνεια και να αποδώσει ευθύνες για αυτή την παγκόσμια τραγωδία.