Η ίδρυση της πρώτης τράπεζας του Ελληνικού Κράτους

Η δημιουργία της Εθνικής Τράπεζας αποτελεί το πρώτο μεγάλο ορόσημο στην τραπεζική ιστορία της χώρας. Για την θεμελίωση του μακροβιότερου χρηματοπιστωτικού ιδρύματος του Ελληνικού Κράτους απαιτήθηκαν άοκνες προσπάθειες, επίπονες διεργασίες αλλά και αρκετές αποτυχίες.

Έπρεπε να περάσουν 20 χρόνια από την έναρξη της ελληνικής επανάστασης προκειμένου η επίμονη προσπάθεια ορισμένων πεφωτισμένων μυαλών να ευδοκιμήσει και να οδηγήσει στην δημιουργία της πρώτης, πλήρως λειτουργικής τράπεζας του Ελληνικού Κράτους. “Συνιστᾶται εἰς τὴν πρωτεύουσαν τοῦ Ἡμετέρου Βασιλείου Ἐθνικὴ Τράπεζα, ἐν εἴδει ἀνωνύμου ἑταιρείας, ἥτις δύναται νὰ ἔχῃ καταστήματα καὶ εἰς ἄλλα μέρη τοῦ Κράτους”. Η δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως αυτών των λιγοστών αλλά τόσο σημαντικών για την οικονομική ιστορία της χώρας λέξεων δεν ήταν όμως μια καθόλου εύκολη υπόθεση. Για να εκδοθεί ο περίφημος νόμος «Περί συστάσεως Εθνικής Τραπέζης» στις 30 Μαρτίου του 1841 είχε προηγηθεί ένα πολυετές και εξαιρετικά έντονο παρασκήνιο. Ατελείωτες συζητήσεις, απρόσμενες συναντήσεις, συνεχείς ζυμώσεις και επαφές, διπλωματικοί ελιγμοί, σκληρές ματαιώσεις, πολύπλευρες και παράλληλες διεργασίες με πρωταγωνιστές τον πρώτο κυβερνήτη της Ελλάδας Ιωάννη Καποδίστρια, τον ελβετό φιλέλληνα ιππότη Ιωάννη-Γαβριήλ Εϋνάρδο και τον ηπειρώτη έμπορο και μέλος της Φιλικής Εταιρίας Γεώργιο Σταύρο.
 

Ένα πρωτόγονο πιστωτικό σύστημα
Το 1827 οι Μεγάλες Δυνάμεις (Αγγλία, Ρωσία, Γαλλία) υπογράφουν την Συνθήκη του Λονδίνου με την οποία αναλαμβάνουν τη δέσμευση για ειρήνευση και διευθέτηση του ελληνικού ζητήματος, προχωρώντας ουσιαστικά στο πρώτο μεγάλο βήμα για την αναγνώριση της ελληνικής ανεξαρτησίας. Μετά από μια πολυετή επανάσταση, η χώρα όμως βρισκόταν αντιμέτωπη με μια σειρά από πολύ σοβαρά και πιεστικά προβλήματα. Η παραγωγική δραστηριότητα ήταν αναιμική, τα εξωτερικά δάνεια της επανάστασης αποτελούσαν στην κυριολεξία μια “νάρκη” στα θεμέλια της ανάπτυξης του ελληνικού κράτους, ενώ το έλλειμμα βασικών μηχανισμών και θεμελιωδών δομών που θα επέτρεπαν σε ένα κράτος να λειτουργήσει σύμφωνα με τα δυτικά πρότυπα αιωρείτο σαν ένα φάντασμα πάνω από κάθε συζήτηση για την πορεία που έπρεπε να ακολουθηθεί στο αμέσο μέλλον.

Υπό τις συνθήκες αυτές, οποιαδήποτε προσπάθεια για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας περνούσε αναγκαστικά μέσα από την ενίσχυση της ρευστότητας των οικονομικών της δραστηριοτήτων. Υπήρχε βεβαίως ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα. Στο ελληνικό κράτος δεν υπήρχαν τράπεζες. Και, συνακόλουθα, δεν υπήρχε καμία οργανωμένη και κανονιστικά ρυθμισμένη δυνατότητα ιδιωτικού δανεισμού. Το αποτέλεσμα ήταν το ρόλο του πιστωτή προς τους αγροτικούς πληθυσμούς να αναλαμβάνουν, μέσα από ένα είδος προαγοράς της επικείμενης σοδιάς, ορισμένοι φιλόδοξοι έμποροι. Με όχι και τόσο… ευνοϊκούς για τους δανειζόμενους παραγωγούς όρους, αλλά εξαιρετικά μεγάλα περιθώρια κερδοφορίας για τους ίδιους. Η συνέπεια ήταν η ανάπτυξη μιας σειράς εμπορικών-τοκογλυφικών δικτύων. Το πιστωτικό σύστημα της χώρας βρισκόταν σε μια πρωτόγονη κατάσταση.

Ένας ελβετός φιλέλληνας, γνωστός στο εξωτερικό για τις οικονομικές επιτυχίες και διασυνδέσεις του, ήταν εκείνος που πρώτος αντιλήφθηκε και ρητά επεσήμανε στον έλληνα κυβερνήτη την μεγάλη κρισιμότητα του συγκεκριμένου ζητήματος. “Mon idée mère est de former un établissement durable et de commencer à le doter avec les fonds qui nous resteront et de l’augmenter par les nouvelles souscriptions…” [“Η θεμελιώδης ιδέα είναι να ιδρύσουμε έναν οργανισμό διαρκείας και να αρχίσουμε να τον προικίζουμε με τα κεφάλαια που θα μας απομείνουν, αυξανόμενα με νέες εγγραφές…”], έγραφε ήδη από τον Νοέμβριο του 1827 ο Ιωάννης-Γαβριήλ Εϋνάρδος σε ένα γράμμα του προς τον Καποδίστρια. Αυτό που είχε αντιληφθεί ο Εϋνάρδος ήταν ότι έπρεπε να δημιουργηθεί ένας οργανισμός που δεν θα έδινε απλώς στοχευμένες ενισχύσεις αλλά δάνεια, δημιουργώντας έτσι τις προϋποθέσεις για ένα οργανωμένο τραπεζικό σύστημα, απαραίτητο πυλώνα για την ανάπτυξη του ελληνικού κράτους.

Ο Εϋνάρδος δεν ήταν βεβαίως μια τυχαία προσωπικότητα. Προνομιακός συνομιλητής πολλών μεγάλων μορφών της εποχής του, πετυχημένος έμπορος, γνώστης των οικονομικών θεμάτων, ανθρώπος με οξεία αντίληψη όχι μόνο των προκλήσεων αλλά και των τεράστιων ευκαιριών που κυοφορουσε ο κόσμος της εποχής του. Γεννημένος στη Λυών και έχοντας επιβιώσει από μια αιματηρή σύγκρουση ιακωβίνων και γιρονδίνων στη γενέτειρά του μετά τη Γαλλική Επανάσταση, ο Εϋνάρδος συναντά και γνωρίζει τον Καποδίστρια στο περίφημο συνέδριο της Βιέννης το 1814, το οποίο σημάδεψε τον 19ο αιώνα. Γίνεται αμέσως στενός του φίλος και σύντομα μετατρέπεται σε έναν φλογερό θιασώτη των ελληνικών συμφερόντων. Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης, δεν δίστασε να διαθέσει τεράστια ποσά υπέρ του ελληνικού σκοπού αλλά και να παρέμβει διπλωματικά, μέσα από τις γνωριμίες και την επιρροή του, για την υπεράσπιση των ελληνικών θέσεων.

 

Η Εθνική Χρηματιστική Τράπεζα
Η πρόταση του Εϋνάρδου δεν άργησε να βρει ευήκοα ώτα στον Καποδίστρια και έτσι το 1828 ιδρύεται η Εθνική Χρηματιστική Τράπεζα, στα κεφάλαια της οποίας συνεισφέρει μάλιστα ο ίδιος ο ελβετός φιλέλληνας με 100.000 φράγκα. 

Μόλις έξι χρόνια μετά την δημιουργία της, η Εθνική Χρηματιστική Τράπεζα αποτελούσε, όμως, ήδη παρελθόν. Η μικρή ανταπόκριση των ελλήνων κεφαλαιούχων στο εγχείρημα αλλά και η χρήση όλων των κεφαλαιών της για άλλους σκοπούς που σχετίζονταν με τις πιεστικές υποχρεώσεις του κράτους, ήταν μερικοί από τους λόγους που συνέβαλαν στην ταχεία παρακμή της. Στην εξαετή της πορεία, η Εθνική Χρηματιστική Τράπεζα δεν κατάφερε να προχωρήσει σε καμία καθαρά τραπεζική πράξη από εκείνες που προέβλεπε το καταστατικό της. Είχε καταστήσει, όμως, πλέον σαφές σε όσους είχαν την ψυχραιμία να σκεφθούν την επόμενη μέρα ότι χωρίς ρευστό κεφάλαιο στην ιδιωτική οικονομία κανένας κλάδος της δεν θα μπορούσε να ευημερήσει με σοβαρές αξιώσεις.

Η πρώτη ελληνική τράπεζα δεν έμελε, λοιπόν, να μακροημερεύσει. Ο ρόλος, όμως, του πρωτου διευθυντή της θα ήταν καθοριστικός για το μέλλον της ελληνικής οικονομικής και τραπεζικής ιστορίας. Ο Γεώργιος Σταύρος ήταν το ένα από τα τέσσερα παιδιά του γιαννιώτη εμπόρου και πρόκριτου Ιωάννη Σταύρου. Ο πατέρας του Σταύρου φρόντισε από νωρίς ο γιος του να λάβει μια εξαιρετική μόρφωση. Από τη σχολή του Κοσμά Μπαλάνου και την Καπλάνειο με δάσκαλο τον μεγάλο φιλόσοφο, Αθανάσιο Ψαλίδα, ο Σταύρου κατέληξε στην Βιέννη για σπουδάσει στην Εμπορική Σχολή, όπου μαθαίνει να μιλάει και να γράφει γερμανικά και γαλλικά. Μετέπειτα θα προσέθετε στο “οπλοστάσιο” των ξένων γλωσσών που κατείχε άλλες δύο: τα ιταλικά και τα αγγλικά. Επιστρέφοντας με περιπετειώδη τρόπο στην Ελλάδα το 1824, συστρατεύεται στον εθνικό σκοπό και σύντομα ανελίσσεται και διακρίνεται για την εντιμότητα και την τιμιότητά του.

Η διορατική κίνηση και η ίδρυση της Εθνικής Τράπεζας

Η δολοφονία του Καποδίστρια φαίνεται πως είχε σημαντικό αντίκτυπο στον Εϋνάρδο. «Όστις δολοφόνησε τον Καποδίστρια, δολοφόνησε την πατρίδα του. Ο θάνατός του είναι συμφορά για την Ελλάδα και δυστύχημα ευρωπαϊκόν» φέρεται να είπε ο ίδιος όταν έμαθε για το τραγικό γεγονός. Ο ελβετός φιλέλληνας συνέχισε τις επαφές του και κατά την Οθωνική περίοδο και εξακολούθησε να καταρτίζει και να υποβάλει σχέδια για τη δημιουργία τράπεζας, όπως επίσης και να διαπραγματεύεται την υλοποίησή τους, ακόμη και όταν οι πολιτικές ισορροπίες δεν το ευνοούσαν. Εντούτοις, ο Όθωνας δεν έμοιαζε να πείθεται για την αναγκαιότητα του εγχειρήματος.

Μια άλλη συνάντηση, που έλαβε χώρα σε ανύποπτο χρόνο, θα λειτουργούσε ως ο καταλύτης που θα συνέδεε όλα τα εναπομείναντα πρόσωπα και τα σκόρπια κομμάτια της ιστορίας. Στις αρχές της περιόδου της Αντιβασιλείας, ως μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο πρώην διευθυντής της Εθνικής Χρηματιστικής Τράπεζας, Γεώργιος Σταύρος, θα γνωρίσει τον γάλλο επιχειρηματία και οικονομολόγο Arthémond de Regny, στενό φίλο του Εϋνάρδου. Η αμοιβαία εκτίμηση που πολύ γρήγορα αναπτύχθηκε θα οδηγήσει τον de Regny να μεσολαβήσει στη γνωριμία του Σταύρου με τον Εϋνάρδο.

Την αμέσως επόμενη περίοδο, ο Εϋνάρδος αποφασίζει να προχωρήσει σε μια διορατική κίνηση. Σπεύδει να διαθέσει χρήματα, περί τα 300.000 φράγκα, στον Regny και τον Σταύρο προκειμένου αυτοί να δημιουργήσουν ένα προεξοφλητικό γραφείο στην Αθήνα. Η σκέψη ήταν μάλλον σχετικά απλή. Αν αυτό το μικρό πιστωτικό “πείραμα” στεφόταν με επιτυχία, τότε ίσως ο Όθωνας θα μπορούσε να πεισθεί ευκολότερα για την εφαρμογή και τον μετασχηματισμό του σε μεγαλύτερη κλίμακα. Πράγματι, τα αποτελέσματα του εγχειρήματος ήταν πολύ θετικά και συνέβαλαν σημαντικά στην υπέρβαση των αναστολών του Όθωνα και στο διάταγμα ίδρυσης της Εθνικής Τράπεζας στις 30 Μαρτίου του 1841.

Σύμφωνα με αυτό, η Εθνική Τράπεζα αποτελούσε ανώνυμη εταιρία με κεφάλαιο πέντε εκατομμυρίων, διαιρεμένο σε 5 χιλιάδες μετοχές των χιλίων δραχμών. Διέθετε δικαίωμα έκδοσης τραπεζογραμματίων ως αποκλειστικό προνόμιό της σε ολόκληρη την επικράτεια για 25 χρόνια. Η Εθνική Τράπεζα θα διατηρούσε τελικά το συγκεκριμένο προνόμιο για 87 ολόκληρα χρόνια. Πρώτος διευθυντής της ορίστηκε ο Γεώργιος Σταύρος, ο οποίος θα παρέμεινε επικεφαλής της για 28 χρόνια, συνδέοντας ανεξίτηλα το όνομά του με αυτήν.

Το πρώτο ιδιόκτητο κτίριο
Τέσσερα χρόνια αργότερα, η Εθνική Τράπεζα θα αποκτήσει και το πρώτο ιδιόκτητο κτίριό της στην οδό Αιόλου. Το αγόρασε έναντι του ποσού των 47.000 δραχμών από τον καθηγητή φυσικής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Κυριάκο Δομνάδο. Το κτίριο βρισκόταν δίπλα στο ένα από τα δύο καλά ξενοδοχεία της περιοχής, το “Ξενοδοχείον της Αγγλίας”, ενώ μπροστά του υπήρχε τότε μια ρεματιά όπου ενίοτε ελάμβαναν χώρα στρατιωτικές ασκήσεις.
Τα δύο κτίρια ενοποιήθηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα συγκροτώντας το περίφημο νεοκλασικό που εμφανίζεται στο σύγχρονο λογότυπο της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος. Από τότε η πορεία της τράπεζας έγινε αδιαχώριστη από την ίδια στην πορεία της χώρας, ενώ τη διοίκησή της ανέλαβαν κατά καιρούς εξέχουσες προσωπικότητες, μεταξύ αυτών ο Αλέξανδρος Ζαΐμης, ο Δημήτριος Μάξιμος, ο Αλέξανδρος Διομήδης, ο Εμανουήλ Τσουδερός, κ.α.

Πηγές-βιβλιογραφία

Οι πληροφορίες που χρησιμοποιήθηκαν στο παρόν κείμενο αντλήθηκαν από τα ακόλουθα έργα:

Εθνική Τράπεζα. Μια διαδρομή από το 1841 έως το μέλλον, Επιμέλεια: Γεράσιμος Νοταράς, Ιστορικό Αρχείο Εθνικής Τράπεζας, Αθήνα 2014.

Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας. Ιστορικό Χρονολόγιο, Επιμέλεια: Γεράσιμος Νοταράς, Ιστορικό Αρχείο Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας, Αθήνα 2008.

Ιωάννης-Γαβριήλ Εϋνάρδος. Οραματιστής και κύριος συντελεστής της ίδρυσης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας, Επιμέλεια: Γεράσιμος Νοταράς, Ιστορικό Αρχείο της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας, Αθήνα 1999.

Ο ηπειρώτης Γεώργιος Σταύρος 1788-1869. Θεμελιωτής της οικονομικής συγκρότησης του νεοελληνικού κράτους, Επιμέλεια: Γεράσιμος Νοταράς, Ιστορικό Αρχείο Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας, Αθήνα 2010.

Αλέκος Λιδωρίκης, “Ιστορικά κτίρια τραπεζών στο κέντρο της Αθήνας”, Δελτίο Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, Αθήνα 2007.

Μην χάσετε την ευκαιρία να χρησιμοποιήσετε την τεχνητή νοημοσύνη Ιπποκράτης που διαθέτει το IRI Beyond και να τον ρωτήσετε ό,τι θέλετε να μαθετε για την υγεία σας και όχι μόνο!
Μοιράσου την πληροφορία: