Η αρπάγη χρησιμοποιήθηκε στον Δεύτερο Καρχηδονιακό πόλεμο το 214 π.Χ. στην πολιορκία των Συρακουσών.
Η ελληνική αποικία των Συρακουσών μετά τον Α’ Καρχηδονιακό Πόλεμο αποστάτησε από τη συμμαχία των Καρχηδονίων και συμμάχησε με τη Ρώμη. Τα πράγματα και οι εύθραυστες ισορροπίες δυνάμεων στην περιοχή άλλαξαν εκ νέου – όπως και τη στάση των Συρακουσών οι πολεμικές επιτυχίες του Αννίβα στη διάρκεια του Β’ Καρχηδονιακού Πολέμου. Λίγο μετά, μια ρωμαϊκή στρατιά εκ νέου κινήθηκε υπό τις διαταγές του Μάρκου Κλαύδιου Μάρκελλου εναντίον των Συρακουσών, αυτή τη φορά αποφασισμένος να δώσει ένα σκληρό μάθημα στους Συρακούσιους για την αποστασία τους. Οι προθέσεις του Μάρκελλου μετατράπηκαν σε εφιάλτη όταν κατέλαβε την πόλη Λεοντίνοι την οποία λεηλάτησε επιδεικνύοντας κτηνώδη βαρβαρότητα. Οι Συρακούσιοι έντρομοι περίμεναν τη δική τους σειρά, δίχως να αμφιβάλουν στο παραμικρό για το τι τους περίμενε σε περίπτωση που η πόλη τους έπεφτε στα χέρια των Ρωμαίων.
Το 213 π.Χ. έπλευσαν στο λιμάνι των Συρακουσών εξήντα οκτώ ογκωδέστατες πολεμικές γαλέρες. Οι «πεντήρεις» αυτές, όπως ονομάζονταν, σύμφωνα με τον ιστορικό Πολύβιο, ήταν «κατάφορτες με τοξότες, σφενδονιστές και ακοντιστές». Μάλιστα μερικές γαλέρες ήταν δεμένες μεταξύ τους, ώστε να σχηματίζουν πλωτές πλατφόρμες, προκειμένου να γίνεται χρήση πολιορκητικών μηχανών. Ταυτόχρονα οι Συρακούσες θα δέχονταν και από ξηράς επίθεση. Δραματικότερη γινόταν η κατάσταση αν σκεφτεί κανείς ότι οι Συρακούσιοι υστερούσαν δραματικά και σε αριθμό ανδρών.
Ωστόσο, όπως μαρτυρεί και ο Πολύβιος, «σε ορισμένες περιπτώσεις η διάνοια ενός και μόνο ανθρώπου είναι απείρως αποτελεσματικότερη από την ανθρώπινη υπεροχή». Τη διαφορά σε εκείνη την ιστορική στιγμή την έκανε ο Έλληνας μαθηματικός και μηχανικός Αρχιμήδης, μια διάνοια που ξεχώριζε αισθητά στην εποχή του. Ήδη, μεταξύ άλλων, στο ενεργητικό των εφευρέσεών του είχε προστεθεί το πλανητάριο. Η υπερστρατιά των Ρωμαίων θα βρισκόταν μπροστά σε μια αναπάντεχη πραγματικότητα, που ερχόταν σαν αποτέλεσμα της δαιμονιώδους ευρηματικότητας αυτής της μοναδικής φυσιογνωμίας των μαθηματικών και της μηχανικής. Ο Αρχιμήδης ήταν αφοσιωμένος φίλος του βασιλιά των Συρακουσών Ιέρωνα του Β’.
Η πιο τρομακτική μηχανική εφεύρεση του Αρχιμήδη λέγεται ότι ήταν μια πολεμική μηχανή γνωστή ως «αρπάγη του Αρχιμήδη». Σύμφωνα με τις περιγραφές, επρόκειτο για ένα είδος σιδερένιας δαγκάνας, η οποία κρεμόταν στην άκρη μιας αλυσίδας αναρτημένης σε έναν γιγαντιαίο μοχλό. Η δαγκάνα αυτή, που παρομοιαζόταν σαν ανθρώπινο χέρι, «άρπαζε» από την πρύμνη τα εχθρικά πλοία και τα ακινητοποιούσε.
Κατόπιν, με τη βοήθεια του μοχλού, τα ανέτρεπε ή τα συνέτριβε. Παρόμοια εφευρήματα λέγεται ότι χρησιμοποιήθηκαν και εναντίον των Ρωμαίων στρατιωτών στην ξηρά, όπου οι αρπάγες «συλλάμβαναν» ολόκληρα τμήματα στρατιωτών και τα εξοβέλιζαν.Αποτελούνταν από μία μακριά αρθρωτή δοκό που στηριζόταν σε μια περιστρεφόμενη κατακόρυφη δοκό ή πλατφόρμα. Στο ένα άκρο της η δοκός έφερε μία αρπάγη («σιδηρά χειρ») που αιωρείτο μέσω αλυσίδας και στο άλλο άκρο της ένα ολισθαίνον αντίβαρο.
Η μηχανή σε ηρεμία ήταν τοποθετημένη κατά μήκος του τείχους σε οριζόντια θέση (ώστε να μην είναι ορατή από τη θάλασσα) τανυσμένη και ασφαλισμένη μέσω σχοινιού και χειροκίνητου βαρούλκου (για την εξισορρόπηση του αντιβάρου).
Όταν ένα σκάφος πλησίαζε το τείχος οι χειριστές έριχναν την αρπάγη εναντίον του και περιστρέφεται στην κατακόρυφη δοκό (μέσω οριζόντιων χειρομοχλών). Όταν η αρπάγη προσκολλιόταν πάνω στο σκάφος οι χειριστές με το τράβηγμα μιας ειδικής λαβής («κατακλείς») απελευθέρωναν το σχοινί εξισορρόπησης του αντίβαρου και το άκρο της δοκού που έφερε το αντίβαρο χαμήλωνε προς το έδαφος ενώ το άκρο που έφερε την αρπάγη σηκωνόταν ανατρέποντας ή ανυψώνοντας το αγγιστρωμένο πλοίο.
Με την κλίση της ράβδου το αντίβαρο ολίσθαινε προς τα πίσω εξασκώντας ακόμη μεγαλύτερη ροπή και κλίση στη δοκό. Όταν το ολισθαίνον αντίβαρο έφθανε στο τέλος της διαδρομής του και αφού σταθεροποιούνταν η δοκός οι χειριστές έκοβαν το σχοινί συγκράτησης της αλυσίδας της αρπάγης ώστε το αιωρούμενο πλοίο τσακιστεί στο νερό ή τα παρακείμενα βράχια.
«Πολύβιος, Ιστορίαι, 8.6.1-6», «Λίβιος Τίτος, Ιστορία από κτήσεως της Ρώμης VI, 24.34.10-12», «Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι (Μάρκελλος) 5, 15.2-3»
Οι Ρωμαίοι επιτέθηκαν νύχτα, αλλά αιφνιδιάστηκαν από τους Συρακούσιους και την πρωτόγνωρη αρπάγη, και σε συνδυασμό με κοτρώνες που εκτόξευαν καταπέλτες. Οι απώλειες ήταν πολλές, τα πλοία βυθίστηκαν και πανικός επήλθε.Αυτά μας τα διέσωσαν ο Πολύβιος και ο Τίτος Λίβιος.Η πόλη κατάφερε να αντισταθεί επιτυχώς τον πρώτο χρόνο χάρις στην επινοητικότητα του Αρχιμήδη. Ωστόσο, το 212 π.Χ. ο Μάρκελλος, αφού πρώτα είχε προτιμήσει τη λύση του αποκλεισμού για να προκαλέσει λιμοκτονία στους πολιορκημένους, κατάφερε να εισέλθει στην πόλη με αφορμή μια ελληνική εορτή, που του έδωσε την ευκαιρία να παρακάμψει τους αμυντικούς μηχανισμούς και να προκαλέσει ένα ρήγμα στα μεσόγεια τείχη. Παρά το γεγονός ότι τελικά δεν αποτράπηκε η πτώση της πόλης, τα κληροδοτήματα του Αρχιμήδη στην επιστήμη είχαν γράψει μια ανεκτίμητη σελίδα, σημαίνοντας την αρχή μιας διαδικασίας που θα άλλαζε τον ρου της Ιστορίας, με την επιστήμη να παίρνει τη θέση της ανθρώπινης ρώμης.
Στις σημερινές μας ημέρες μια επιστημονική ομάδα το 1999 επιχείρησε ένα πείραμα κατασκευής και χρήσης μιας αρπάγης. Μέσα σε 7 ημέρες σχεδίασαν, κατασκεύασαν και χρησιμοποίησαν με επιτυχία μια αρπάγη που στο πείραμα αυτό τελικά αναποδογύρισε και βύθισε μια τριήρη στο λιμάνι μπροστά στα αρχαία τείχη των Συρακουσών.
Posted on 10 Νοεμβρίου 2017 by Αρχαίων Τόπος