Στην ελληνική και τη ρωμαϊκή μυθολογία ο Αινείας ήταν γιος του Αγχίση και της θεάς Αφροδίτης, αδελφός του Λύρου και συγγενής του βασιλιά της Τροίας Πριάμου.
Ο Αινείας έλαβε μέρος στον Τρωικό Πόλεμο επικεφαλής των Δαρδάνων, ως σύμμαχος των Τρώων, και ήταν ο γενναιότερος ήρωας στην πλευρά τους μετά τον Έκτορα. Φαίνεται πάντως ότι αρχικώς δεν ήθελε να συμμετάσχει στον πόλεμο, γιατί περίμενε μετά τον θάνατο του Πριάμου να βασιλεύσει αυτός στον θρόνο του, αλλά όταν ο Αχιλλέας τον έδιωξε από την Ίδη στη Λυρνησσό, που επίσης κατέστρεψε ύστερα, ο Αινείας υποχρεώθηκε πλέον να καταφύγει στην Τροία και να συμπολεμήσει με τους Τρώες.Πολεμώντας στον Τρωικό Πόλεμο με τον Διομήδη, ο Αινείας σώθηκε μόνο χάρη στην προστασία της μητέρας του Αφροδίτης και του Απόλλωνα, που τον μετέφεραν στην Πέργαμο για ανάρρωση, ενώ στη σύγκρουσή του με τον Αχιλλέα τον έσωσε ο θεός Ποσειδώνας.
Μετά την άλωση και τη λεηλασία της Τροίας, ο Αινείας με μερικούς Τρώες (που έγιναν γνωστοί ως «Αινειάδες») εξακολούθησαν να αμύνονται σε κάποια συνοικία της πόλης, ώσπου οι Αχαιοί τους διεμήνυσαν ότι τους δέχονται «υποσπόνδους», δηλαδή ύστερα από συμφωνία να αποχωρήσουν ανενόχλητοι, με την άδεια να πάρουν ο καθένας τους ό,τι μπορούσε να σηκώσει στα χέρια του από την περιουσία του.
Και ενώ όλοι οι άλλοι γέμισαν και πήραν σακιά με χρυσάφι, ασήμι, κοσμήματα, χρήματα, κλπ., ο Αινείας σήκωσε στους ώμους του τον γέροντα και ανήμπορο πατέρα του, τον Αγχίση, και τον μετέφερε έξω από την πόλη. Τότε οι Αχαιοί, θαυμάζοντας την πράξη του αυτή, του επέτρεψαν να πάρει ελεύθερα και ό,τι άλλο ήθελε από το σπίτι τους.
Αλλά εκείνος και πάλι δεν προτίμησε τίποτα άλλο από τα ιερά ξόανα των θεών και τα οικογενειακά κειμήλια, που τα θεωρούσε ανώτερα από κάθε άλλο θησαυρό. Πολλές φορές κινδύνευσε για χάρη των γονέων του και για την ευσέβειά του προς τους θεούς. Μετά από αυτό, οι Αχαιοί του είπαν ότι ήταν διατεθειμένοι να του εκχωρήσουν όποιο μέρος της Τροίας ήθελε για να ζήσει εκεί με απόλυτη ασφάλεια.
Στο σημείο αυτό συνεχίζει η μεταγενέστερη και ρωμαϊκή παράδοση, που αναφέρει ότι ο Αινείας αρνήθηκε την προσφορά και, φεύγοντας από την Τροία, περνώντας από την Καρχηδόνα (βλ. Διδώ) και τη Σικελία, εγκαταστάθηκε στην Ιταλία. Εκεί θεωρήθηκε ότι τα εγγόνια του έχτισαν τη Ρώμη, και συγκεκριμένα τα παιδιά της κόρης του και του Ρωμύλου.
Αλλά αν δεχθούμε την αναγωγή των μυθικών γεγονότων σε ιστορική χρονολόγηση, παίρνοντας ως γεγονός τη διεξαγωγή του Τρωικού Πολέμου στις αρχές του 12ου αιώνα π.Χ., με πιθανότερο έτος φυγής του Αινεία από την Τροία το 1181 π.Χ., η χρονική απόσταση μέχρι την κτίση της Ρώμης (τον δεύτερο χρόνο της έβδομης Ολυμπιάδας) είναι 428 έτη, δηλαδή αρκετές γενεές.
Μεταγενέστερες ρωμαϊκές παραδόσεις προσπάθησαν να διορθώσουν το πρόβλημα τροποποιώντας τη γενεαλογία. Κατ’ αυτές η σειρά ήταν: Αινείας – Σίλβιος – Αινείας Σίλβιος – Λατίνος Σίλβιος – Άλμπα – Άτυς – Κάπυς – Καπέτος – Τιβερίνος Σίλβιος – Αγρίππας – Ρωμύλος Σίλβιος – Αβεντίνος – Προκάς – Νουμίτωρ – Ρέα Συλβία, η οποία με τον θεό Άρη απέκτησε τον Ρώμο και τον Ρωμύλο.
Ανεξάρτητα από αυτό, κατά την παράδοση, ο Αινείας τρία χρόνια μετά την άφιξή του στο Λάτιο έγινε βασιλιάς, όμως μετά από άλλα τρία χρόνια δολοφονήθηκε. Μετά τον θάνατό του η εξουσία πέρασε στον γιο του Ασκάνιο, για τον οποίο κάποιες πηγές αναφέρουν ότι συνόδευε τον πατέρα του ήδη κατά τη φυγή του από την Τροία. Γενικώς, ως παιδιά του Αινεία αναφέρονται μόνο ο Ασκάνιος από την Κρέουσα (δεύτερη εξαδέλφη του, κόρη του Πριάμου) και ο Σίλβιος από τη Ιταλίδα Λαβινία (κόρη του Λατίνου).
Μία από τις παραδόσεις για τον Αινεία και την ίδρυση της Ρώμης αναφέρει πως του είχε δοθεί χρησμός ότι ένα τετράποδο θα τον οδηγούσε στο μέρος όπου θα έπρεπε να ιδρύσει μια πόλη. Μια μέρα μετά από καιρό, ο Αινείας ετοιμαζόταν να θυσιάσει μια άσπρη και έγκυο γουρούνα. Το ζώο του ξέφυγε και καταδιωκόμενο έφθασε σε ένα από τους «επτά» λόφους της μελλοντικής Ρώμης, πιθανώς στον Παλατίνο.
Ο Αινείας θυμήθηκε τον χρησμό, αλλά δεν άρχισε τότε να χτίζει την πόλη, επειδή είδε ολοκάθαρα στον ύπνο του μία μορφή που τον συμβούλευσε να τη χτίσει μετά από τριάντα χρόνια, όσα ήταν και τα γουρουνόπουλα που γέννησε εκεί στον λόφο η γουρούνα. Αυτή την ιστορία αναφέρει ο Διόδωρος ο Σικελιώτης.