Το όνομα του Ηφαίστου (δωριστί, Άφαιστος) ετυμολογείται από την ρίζα «αφ-» του δασυνόμενου ρήματος «άπτω» (ανάπτω, καίω), «ήφθαι» στο απαρέμφατο του μέσου παρακειμένου, σημαίνει δηλαδή τον «πυρόεντα», τον διάπυρο. Άλλες εκδοχές του ετύμου του, παραπέμπουν στο «αϊστόω» (αφιστόω, α-Fι-στόω, αφανίζω), ή στο συνδυασμό των «φάω» και «ίστωρ».
Ο Ήφαιστος συνεπώς αντιπροσωπεύει το στοιχείο της φωτιάς. O Ηράκλειτος θεωρεί η πρωταρχική ουσία του σύμπαντος είναι το Πυρ από το οποίο προήλθαν με μετουσίωση όλα τα άλλα στοιχεία. Είναι η αιτία όλων των μεταβολών, που εκπροσωπεί μία θεμελιώδη αρχή, την αλλαγή, την άφθαρτη μεταβολή που ανανεώνει τον κόσμο, και αν και αυτή καθαυτή η αλλαγή δεν αποτελεί υλικό αίτιο, ο εκπρόσωπός της, το πῦρ, συνιστά ως θεμελιώδης αρχή και την κινούσα δύναμη. Στο κοσμολογικό τμήμα του έργου του με τίτλο ΠΕΡΙ ΦΥΣΕΩΣ, ο Ηράκλειτος δηλώνει :
«Αυτόν τον κόσμο δεν τον έπλασε κανένας αλλά υπήρχε πάντα, υπάρχει και θα υπάρχει, μία αιώνια ζωντανή φωτιά, που ανάβει με μέτρο και σβήνει με μέτρο..(…)… Ο κόσμος παραμένει αναλλοίωτος για όλα τα όντα και δεν είναι δημιούργημα κανενός θεού και κανενός ανθρώπου, αλλά υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρξει στον αιώνα τον άπαντα, ως πύρ αείζωον, που αναφλέγεται σύμφωνα με καθορισμένα μέτρα και αποσβένεται με καθορισμένα μέτρα».
Η αναφορά το Ηρακλείτου για το σύμπαν αφορά μια εξέλιξη από το μοναδικό αιώνιο στοιχείο του Πυρός, που είναι ταυτόχρονα η μόνη ουσία και η μοναδική ενέργεια, που εκφράζεται στην εικονική του γλώσσα με την ανωφέρεια και κατωφέρεια της οδού. «Ο ανήφορος και ο κατήφορος» λέει «είναι ένα και το αυτό».
Εκ του Πυρός, αυτό το ακτινοβόλο και ενεργητικό στοιχείο, ο αέρας, το νερό και γη ακολουθούν, και αυτή είναι η λιτανεία της ενέργειας στην οδική κατωφέρεια. Υπάρχει εξ ίσου σε αυτή ταύτη την ένταση αυτής της πορείας, μια ενέργεια πιθανής επιστροφής η οποία θα οδηγούσε τα πράγματα πίσω στην πηγή τους με αντίστροφη σειρά. Στην ισορροπία αυτών των δύο ανοδικών και καθοδικών ενεργειών κείται η όλη κοσμική δράση.
Το Παν είναι ένα αντίρροπο/αντιστάθμισμα των αντίπαλων ενεργειών. Η κίνηση της ζωής είναι όπως η επιστροφή της χορδής του τόξου, μια ενέργεια έλξης και έντασης η οποία περιορίζει μια ενέργεια απελευθέρωσης, με κάθε ενέργεια δράσης να αντισταθμίζεται από μια άλλη αντίστοιχη ενέργεια αντίδρασης. Με την αντίσταση της μιας επί της άλλης, δημιουργούνται όλες οι αρμονίες της ύπαρξης.
Η ενέργεια συνιστά ουσιαστικά το υλικό, από το οποίο παράγονται όλα τα στοιχειώδη σωματίδια, τα άτομα και γενικά τα πάντα στον κόσμο, αλλά παράλληλα η ενέργεια κινεί τα πάντα στον κόσμο, αποτελώντας μια αναλλοίωτη ουσία, που το συνολικό της ποσό δεν μεταβάλλεται, με τα στοιχειώδη σωματίδια να αποτελούν παράγωγά της, όπως πιστοποιούν πολλά πειράματα, ενώ ταυτόχρονα μετατρέπεται σε κίνηση, σε θερμότητα, σε φωτεινή ακτινοβολία ή σε διαφορά δυναμικού, προκαλώντας ηλεκτρομαγνητικά φαινόμενα.
Δεν είναι επίσης τυχαίο πως υπάρχει μία στενή σχέση ανάμεσα στον Ήφαιστο και στον Προμηθέα. Σε μερικά σημεία φαίνονται σαν δυο όψεις του ίδιου προσώπου. Και για τους δυο αναφέρεται πως βοηθήσανε στη γέννηση της Αθηνάς. Σύμφωνα με μια παράδοση, ο Προμηθέας από τη Λήμνο έκλεψε τη φωτιά για να τη χαρίσει στους ανθρώπους. Ο ένας παίρνει μέρος όσο και ο άλλος στη δημιουργία του ανθρώπινου γένους και γίνονται ευεργέτες του με το δώρο της φωτιάς.
Σε ορισμένα μέρη και οι δυο ήταν αντικείμενα της ίδιας λατρείας. Στην Αθήνα είχαν κοινό βωμό στους κήπους της Ακαδημίας και εικονίζονταν ο ένας πλάι στον άλλο. Ο Πλάτωνας ξεχωρίζει ότι η φωτιά οφείλονταν στον Προμηθέα αλλά οι σχετικές τέχνες με αυτή οφείλονταν στον Ήφαιστο. Υπάρχει ωστόσο μια σημαντική διαφορά ανάμεσα στα δυο αυτά πρόσωπα. Ο Προμηθέας έκλεψε την φωτιά και την έδωσε στους ανθρώπους, ενώ ο Ήφαιστος είναι ο δημιουργός της φωτιάς.
Κατά έναν άλλο μύθο, στη Λήμνο γεννήθηκε η φωτιά από ένα δέντρο που το χτύπησε κεραυνός. Ο Απολλώνιος ο Ρόδιος αφηγείται πως οι Αργοναύτες περνώντας από τη Λήμνο πρόσφεραν θυσίες στον Ήφαιστο και τον τίμησαν με γιορτές. Το ίδιο νησί ήταν και το κέντρο της λατρείας των Καβείρων και που μερικοί συγγραφείς τους θεωρούν γιους του Ηφαίστου….
Σύμφωνα με τον Πλούταρχο το ΠΥΡ διακρίνεται:
1. Στο ΕΝ αθάνατο ΠΥΡ, το οποίο πολλοί από τους αρχαίους προσωποποιούν με τον Ήλιο
2. Το επίγειο ΠΥΡ το οποίο είναι εικόνα του ουράνιου και διατηρείται από τους ανθρώπους εντός των ναών φέροντας το όνομα ΙΕΡΟ ΠΥΡ, εκδηλώνοντας την Θεία παρουσία. Εκεί οι ιερείς οφείλουν να το κρατούν άσβεστο διαρκώς. Το ΠΥΡ είναι σύμβολο της ψυχής η οποία ζωογονεί διαρκώς το σώμα.
Η ιερότητα του ΠΥΡΟΣ ήταν διαδεδομένη στις περισσότερες ιερατικές σχολές.
Οι Πέρσες για παράδειγμα θεωρούσαν έγκλημα να σβηστεί το ιερό πυρ. Εάν σβήνονταν με νερό προξενούσε πόλεμο ανάμεσα σε δύο ιερά στοιχεία. Για αυτό τον λόγω η φωτιά σβήνονταν μόνο με άμμο. Οι ιερείς δεν πλησίαζαν το ΠΥΡ δίχως να φορούν στο στόμα ένα πέπλο . Στα Μιθραικά μυστήρια ο μύστης που είχε ως καθήκοντην επίβλεψη συντήρησης της αιώνιας φλόγας ήταν ο «Πατέρας». Η φωτά δεν έπρεπε επίσης να μολυνθεί με την καύση πτωμάτων κάτι που γίνεται κατά κόρον στην Ανατολή, αλλά ούτε έπρεπε να καίγονται χλωρά ξύλα διότι ο καπνός προκαλούσε συσκότιση του ιερού Πυρ.
Στην Αίγυπτο επίσης θεωρούνταν αποτρόπαιο έγκλημα η ρήξη πτωμάτων στην φωτιά. Στην Ρώμη αντίστοιχα το Ιερό Πυρ διατηρούνταν από τις Βασταλίδες αντίστοιχες των Εστιάδων παρθένων της Ελλάδος, στο Ναό της θεάς Εστίας. Έπρεπε να ανάψουν το ιερό ΠΥΡ με την τριβή δύο ράβδων προερχόμενων από ένα καθαγιασμένο δένδρο.
Στους Ιουδαίους το Άγιο των Αγίων ήταν διαχωρισμένο από τον υπόλοιπο ναό. Το ΠΥΡ έπρεπε αν διατηρείται επί του Βωμού σε χρυσό λυχνοστάτη στο οποίο έκαιγαν διαρκώς επτά λύχνοι τροφοδοτούμενοι με λαδί. Αν το ιερό πυρ έσβηνε επέσυρε την οργή του Θεού. Λέγεται ότι το πρώτο πυρ έπεσε με κεραυνό την ημέρα των εγκαινίων του Ναού του Σολομώντος.