Η Ελλάδα υπήρξε το πρώτο ανεξάρτητο εθνικό κράτος που δημιουργήθηκε αποκοπτόμενο από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αυτό ήταν μεγάλη τομή, αν σκεφθεί κανείς ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία επί αιώνες ήταν νικηφόρα, κι αν έχανε εδάφη ─που έχανε δύσκολα─ ήταν προς όφελος μιας άλλη χώρας, που έπαιρνε τις περιοχές. Και τώρα έρχεται ένα τμήμα της –όχι μεγάλο βέβαια, διότι ήταν μικρά τα σύνορα του πρώτου ελληνικού κράτους– και γίνεται ανεξάρτητο κράτος.
Αυτό το γεγονός επηρέασε τις εξελίξεις διότι οι υπόλοιποι Βαλκάνιοι θεώρησαν το ελληνικό παράδειγμα πρότυπο για την δική τους εθνική πορεία κατά το δεύτερο μισό του 19ου και το πρώτο μισό του 20ού αιώνα.
Ο 19ος αιώνας ονομάζεται «ο αιώνας του εθνισμού», της τάσης των λαών να αποκοπούν από τις αυτοκρατορίες και να δημιουργήσουν δικά τους ανεξάρτητα κράτη.
Σε αυτό οι Έλληνες είναι μπροστά παγκοσμίως, καθώς στην ίδια περίπου εποχή, με αρχηγούς άτομα σαν τον Σιμόν Μπολιβάρ, επαναστατικά γεγονότα γίνονται και στη Λατινική Αμερική, ενάντια στους Ισπανούς, και διαμορφώνονται τα σημερινά εθνικά κράτη στην εκεί περιοχή.
Κύρια αιτία της ελληνικής πρωτοπορίας: η παιδεία.
Καίριος λόγος για το γεγονός ότι οι Έλληνες προηγήθηκαν ως προς την εθνική τους επανάσταση είναι ότι είχαν την πιο διαδεδομένη και σημαντική παιδεία στα Βαλκάνια, και μία γλώσσα με θαυμαστά χαρακτηριστικά πλούτου και διάρκειας.
Η ελληνική γλώσσα, η κινεζική και η χίντι των Ινδών είναι οι μοναδικές ζώσες γλώσσες ανάμεσα στις περισσότερες από τις σημερινές περίπου 6.000 γλώσσες της γης, που την πορεία τους παρακολουθεί κανείς γραπτά επί σχεδόν 4.000 χρόνια. Υπήρξε δε, και ακόμα είναι, η γλώσσα της Ορθοδοξίας.
Ξεκίνησε ως γλώσσα ολόκληρου του Χριστιανισμού και παρέμεινε για πολλούς αιώνες η κύρια γλώσσα της Ορθοδοξίας, γι’ αυτό και οι Ορθόδοξοι, ανεξαρτήτως καταγωγής, λέγονται παγκοσμίως Greek Orthodox, μια και τα τέσσερα πατριαρχεία της Ανατολής μιλούσαν ελληνικά – και ακόμα μιλούν, εκτός από αυτό της Αντιοχείας που πρόσφατα υιοθέτησε τα αραβικά.
Το λέω αυτό διότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν θεοκρατική, σε χώριζε ανάλογα με το θρήσκευμά σου.
Εξ αυτού, το γεγονός ότι τα εκατομμύρια των Χριστιανών Ορθοδόξων των Βαλκανίων, της Μικράς Ασίας και της Μέσης Ανατολής διοικούνταν από ελληνόφωνα Πατριαρχεία προσέθετε μεγάλο ειδικό βάρος στη σπουδαία αυτή γλώσσα.
Και στην παιδεία της.
Κατά τον 17ο, 18ο και 19ον αιώνα, οι Έλληνες είχαν τα περισσότερα και καλύτερα σχολεία από κάθε άλλον Χριστιανικό Ορθόδοξο λαό στη Βαλκανική.
Όχι κρυφά σχολεία, αντίθετα, ολοφάνερα, και δυναμικά.
Εξ αυτού είχαν εγγράμματους, μορφωμένους και λογίους.
Πίσω από το επίτευγμα αυτό, κατά τους ίδιους αιώνες, κρύβεται η επίδοσή τους στο χερσαίο και το θαλασσινό εμπόριο που τους έφερνε σε επαφή με Δύση και με Ανατολή, ενισχύοντας την αυτοπεποίθησή τους, την ώρα που έφερνε γνώσεις και εμπειρίες, στον καιρό του εθνισμού.
Επαναστατήσαμε λόγω υπεροχής.
Αυτό που συνήθως λέγεται είναι πως οι Έλληνες ξεκίνησαν το 1821 την επανάστασή τους απελπισμένοι από τα 400 χρόνια σκλαβιάς.
Τούτο φυσικά ισχύει, αλλά παράλληλα ίσχυαν και άλλες πραγματικότητες.
Αυτές υπογραμμίζει και ο Σπυρίδωνας Τρικούπης, ο πατέρας του Χαριλάου Τρικούπη, ο οποίος ήταν στέλεχος της Επανάστασης του 1821, λόγιος από το Μεσολόγγι, που όταν τελείωσε η Επανάσταση συνέγραψε την Ιστορία της.
Στο προοίμιο του πολύτιμου αυτού έργου του ο Τρικούπης, αναφερόμενος στα αίτια της Επανάστασης, τα τοποθετεί στο γεγονός ότι οι Έλληνες, παρότι «δεσποζόμενοι», υπερείχαν και προόδευαν, ενώ οι Τούρκοι, παρότι «δεσπόζοντες» παρέμεναν στάσιμοι.
Στο γεγονός δηλαδή ότι οι Έλληνες είχαν αποκτήσει αυτοπεποίθηση λόγω των επιδόσεών τους στα γράμματα, στο εμπόριο κ.λπ. και εξ αυτού αισθάνθηκαν ότι ήρθε ή ώρα να κάνουν την Επανάσταση.
Ότι μπορούσαν να κάνουν την Επανάσταση.
Και ότι είχαν πιθανότητες να τα βγάλουν επιτυχώς πέρα.
Μαρία Ευθυμιου
Ιστορικός.