Ο μεγαλύτερος μηχανορράφος της Ελληνικής Πολιτικής Ιστορίας, υπονομεύτης της Φιλικής Εταιρείας και αμείλικτος εχθρός και διώκτης των λαϊκών αγωνιστών, καθώς και εκπρόσωπος των Αγγλικών συμφερόντων.
Στην Ελλάδα έφθασε το καλοκαίρι του 1821 φορώντας τουρκική στολή. Αμέσως έβγαλε τα τούρκικα ρούχα και φόρεσε ευρωπαϊκό κουστούμι.
Οι φιλοδοξίες του είναι απεριόριστες και μορφωμένος όπως είναι, θεωρεί ότι θα διαδραματίσει ηγετικό ρόλο, πολύ περισσότερο αφού οι Έλληνες είναι αγράμματοι και ακοινώνητοι. Εγκαταστάθηκε στο Μεσολόγγι και ζητά την άδεια απ τον Υψηλάντη να οργανώσει, με επικεφαλής τον ίδιο και συνεργάτη του, τον φίλο του Θεόδωρο Νέγρη πολιτικά και στρατιωτικά την Στερεά Ελλάδα.
Ο Υψηλάντης δέχεται και πέφτει στην παγίδα.
Προφητικά τα λόγια του Οδυσσέα Ανδρούτσου “Βλέπετε αυτούς τους καλαμαράδες (Μαυροκορδάτος, Νέγρης, Κωλέττης). Αυτοί θα μας φαν το κεφάλι μια μέρα.”
Αλλά οι θεσμοί και τα αξιώματα δεν είναι αυτό που πρωτίστως χρειαζόταν η Ελλάδα.
Έτσι για να δυναμώσει τη θέση του στην Ελλάδα ο Μαυροκορδάτος αναλαμβάνει και στρατιωτική δράση. Ονοματίζει τον εαυτό του στρατηγό και οδηγεί ένα στράτευμα 3.000 ανδρών σε μια απ τις μεγαλύτερες ήττες, στην μάχη του Πέτα.
Λίγο αργότερα, πήγε με τον Υδραίο Κουντουριώτη πάμπλουτο προύχοντα της Ύδρας.
Έγινε ο άνθρωπος του.”Αν ρωτήσεις κάτι τον πρόεδρο, κοιτάζει αριστερά, κοιτάζει δεξιά να δει που κάθεται ο Μαυροκορδάτος.”
Ο στόχος του Μαυροκορδάτου είναι ένας και μεγάλος.
Ο θρόνος στην Ελλάδα μετά την απελευθέρωση.
Όποιος ήταν αντίθετος στα σχέδια του γινόταν εχθρός του.
Οι ενέργειες του εξόργισαν τον Κολοκοτρώνη ο οποίος τον απείλησε “Μην καθίσεις Πρόεδρος, ότι έρχομαι και σε διώχνω με τα λεμόνια, με τη βελάδα όπου ήρθες.”
Έτσι, ο Μαυροκορδάτος απ’ την Ύδρα, στον προστατευόμενο του Κουντουριώτη, μαζί με το φίλο του τον Κωλέττη ξεσήκωσαν τους Ρουμελιώτες που μπήκαν στο Μοριά και δεν “άφησαν λίθον επί λίθου” καίγοντας, βιάζοντας, λεηλατώντας, κλέβοντας, αφανίζοντας τον τόπο και τον πληθυσμό για να γραφτεί μια από τις μελανότερες σελίδες της Ελληνικής Ιστορίας.
Μόλις μαθεύτηκε ότι ο Δράμαλης με όλο το στρατό του πλησίαζε στο Άργος, επικράτησε μεγάλη σύγχυση.
Η κυβέρνηση των Μαυροκορδάτου, Κωλέττη το βάζει στα πόδια. Κατέφυγε λοιπόν βιαστικά και κρυφά στα Υδραίικα καράβια χρησιμοποιώντας μάλιστα για την μετακόμιση των αποσκευών της τη φρουρά του Άργους, προκαλώντας έτσι γενικό πανικό.
Η νυχτερινή φυγή του Κωλέττη, υπουργού του πολέμου, από το Άργος, με τα φορτωμένα υποζύγια, τις μεταμφιεσμένες παλλακίδες και την κουστωδία των Φράγκων, είναι μια από τις πιο μαύρες σελίδες της ιστορίας του ’21.
Τα καράβια ξανοίχθηκαν μέσα στον Αργολικό κόλπο και από κει με κιάλια η Διοίκηση παρακολουθούσε, εκ του μακρόθεν και εκ του ασφαλούς, τις εχθρικές κινήσεις.
Σ’αυτές τις δύσκολες ώρες, που η Επανάσταση ψυχορραγούσε προτού καλά καλά ξεκινήσει, έλαμψε μόνο η στρατιωτική ιδιοφυΐα του Κολοκοτρώνη.
Έτρεχε ο Κολοκοτρώνης, δεξιά κι αριστερά σε χωριά και μετόχια να συνάξει πολεμιστές, να εμψυχώσει τους φοβισμένους ανθρώπους, που μπροστά στον τεράστιο όγκο του τουρκικού στρατού, γύρευαν τόπο να κρυφτούν και να κρύψουν τις οικογένειες τους.
Με την τακτική της “καμμένης γης” πείνασε το στρατό του Δράμαλη.
Και στις 26 Ιουλίου του 1822 στα Δερβενάκια τον αποδεκάτισε.
Μόλις όμως εκείνος ο κίνδυνος πέρασε προσωρινά, στις 12 Αυγούστου, τα εξαφανισμένα μέλη της κυβέρνησης, ξαναβγήκαν στη στεριά.
Πρώτη τους δουλειά ήταν να συνεδριάσουν για να διακηρύξουν επισήμως με ψήφισμα τους, “άξιον της ευγνωμοσύνης του έθνους, τον πρόεδρον του Εκτελεστικού πρίγκηπα Α.Μαυροκορδάτον και άξιον της εύνοιας και υπολήψεως παντός του Γένους, τον Θεόδωρο Νέγρη καθώς και χαρίτας και ευγνωμοσύνην προς την Βουλευτικήν Επιτροπήν και το Εκτελεστικόν και τους Μινίστρους”…
Έκτοτε μετά την φυλάκιση και την δολοφονία των πραγματικών αγωνιστών, επικράτησαν (με την βοήθεια των ξενόφερτων ”Βασιλέων”) αυτοί και οι απόγονοί τους, γι’ αυτό και ως σήμερα έχει γεμίσει ο τόπος με δρόμους και οδούς που φέρουν το όνομά τους…