Το γλαύκωμα είναι μια ομάδα οφθαλμικών ασθενειών που προκαλούν βλάβες στο οπτικό νεύρο, το οποίο μεταφέρει τις οπτικές πληροφορίες στον εγκέφαλο. Συνήθως εμφανίζεται μετά την ηλικία των 40 ετών. Αρχικά δεν υπάρχουν θορυβώδη συμπτώματα που θα οδηγήσουν στον οφθαλμίατρο.
Η πάθηση αποκαλύπτεται συνήθως σε οφθαλμολογική εξέταση, με τη μέτρηση της πίεσης των ματιών. Αν το γλαύκωμα δεν θεραπευτεί, μπορεί να οδηγήσει ακόμη και στην τύφλωση και μάλιστα χωρίς να προκαλέσει συμπτώματα, γι΄ αυτό και αποκαλείται «ύπουλος κλέφτης» της όρασης (υπ’ αριθμόν ένα αιτία τύφλωσης στις Η.Π.Α.).
Το γλαύκωμα συνιστά τη δεύτερη συχνότερη αιτία τύφλωσης. Υπολογίζεται ότι 4,5 εκατομμύρια άνθρωποι ανά την υφήλιο είναι τυφλοί εξαιτίας του. Μάλιστα, ο αριθμός αυτός αναμένεται να φτάσει τα 11,2 εκατομμύρια ως το 2025.
Με συντηρητικούς υπολογισμούς αφορά το 2% του Ελληνικού πληθυσμού. Παρά την υψηλή επίπτωση της νόσου το ½ των πασχόντων παραμένουν αυτή τη στιγμή αδιάγνωστοι και ένα σημαντικό ποσοστό των Ελλήνων δεν γνωρίζουν πολλά πράγματα για το γλαύκωμα και κυρίως πως να προστατευθούν από τη νόσο και πότε και αν οφείλουν να εξετασθούν με σκοπό την έγκαιρη διάγνωση και πρόληψη των συνεπειών της.
Οι πιο συχνές μορφές γλαυκώματος των ενηλίκων είναι το πρωτογενές γλαύκωμα ανοιχτής γωνίας και το γλαύκωμα κλειστής γωνίας.
Ο πιο κοινός τύπος γλαυκώματος, το γλαύκωμα ανοικτής γωνίας, δεν έχει εμφανή σημάδια ή συμπτώματα εκτός από σταδιακή απώλεια της όρασης. Είναι αποτέλεσμα του φαινομένου της γήρανσης. Η αποχετευτική οδός, ή αποχετευτική γωνία του ματιού, γίνεται λιγότερο επαρκής με το πέρασμα του χρόνου και η πίεση στο εσωτερικό του οφθαλμού αυξάνει σταδιακά. Εάν αυτή η αυξημένη πίεση καταλήξει σε βλάβη του οπτικού νεύρου, είναι γνωστή ως χρόνιο γλαύκωμα ανοικτής γωνίας. Πάνω από 90% του γλαυκώματος των ενηλίκων έχουν αυτού του είδους το γλαύκωμα. Το χρόνιο γλαύκωμα ανοικτής γωνίας μπορεί να προκαλέσει βλάβη στην όραση με τόσο σταδιακό και ανώδυνο τρόπο. Ένας στους έξι ασθενείς με γλαύκωμα, έχει φυσιολογική πίεση.
Γλαύκωμα κλειστής γωνίας
Μερικές φορές η αποχετευτική γωνία του ματιού μπορεί να αποφραχθεί εντελώς. Στον οφθαλμό, η ίριδα μπορεί να κλείσει εντελώς την αποχετευτική γωνία. Όταν η ενδοφθάλμια πίεση ανεβαίνει γρήγορα τότε η κατάσταση καλείται οξύ γλαύκωμα κλειστής γωνίας.
Το γλαύκωμα ανοιχτής γωνίας είναι μια βραδέως εξελισσόμενη ασθένεια, ενώ το γλαύκωμα κλειστής γωνίας εμφανίζεται πολύ γρήγορα – συνήθως έπειτα από κάποιο ατύχημα ή αλλαγή στο μάτι.
Η έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία μπορούν να ελαχιστοποιήσουν ή να αποτρέψουν τη βλάβη του οπτικού νεύρου και την απώλεια της όρασης. Είναι σημαντικό να εξετάζετε τακτικά τα μάτια σας, και να βεβαιωθείτε ότι ο οφθαλμίατρος μέτρα την ενδοφθάλμια πίεση.
Ποια είναι τα συμπτώματα του γλαυκώματος;
Οι πιο συχνές μορφές γλαυκώματος – το γλαύκωμα ανοικτής γωνίας και το γλαύκωμα κλειστής γωνίας – έχουν εντελώς διαφορετικά συμπτώματα.
Γλαύκωμα ανοικτής γωνίας:
Σταδιακή απώλεια της περιφερικής όρασης, συνήθως και στα δύο μάτια
Όραση σαν μέσα από τούνελ σε προχωρημένα στάδια
Οξύ γλαύκωμα κλειστής γωνίας:
Οξύς και δυνατός πόνος του οφθαλμού
Ναυτία και έμετος (που συνοδεύει τον πόνο του οφθαλμού)
Πονοκέφαλο
Αιφνίδια διαταραχή στην όραση, συχνά σε χαμηλό φως
Θολή όραση
Άλως (θολερότητα) γύρω από τα φώτα
Κοκκίνισμα των ματιών
Αιτιολογία Γλαυκώματος
Οι αιτίες του γλαυκώματος δεν είναι γνωστές. Στις περισσότερες περιπτώσεις το οπτικό νεύρο καταστρέφεται από την υψηλή ενδοφθάλμια πίεση και στη μείωση της στοχεύουν όλες οι υπάρχουσες θεραπείες (φάρμακα, laser, χειρουργικές επεμβάσεις).
Η αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης τις περισσότερες φορές οφείλεται στην παρεμπόδιση της αποχέτευσης του υγρού που παράγεται στο εσωτερικό του ματιού μας, του υδατοειδούς υγρού. Το υδατοειδές υγρό παράγεται και αποχετεύεται συνεχώς. Αν για κάποιο λόγο παρεμποδιστεί η αποχέτευση του, τότε αυξάνεται η ενδοφθάλμια πίεση.
Ποια άτομα κινδυνεύουν από το γλαύκωμα;
Κανείς δεν πρέπει να εφησυχάζει σε σχέση με το γλαύκωμα και τις συνέπειές του. Είναι πολύ σημαντικό για όλους, από παιδιά έως και ενήλικες να ελέγχουμε τα μάτια μας σχολαστικά, διότι ο μόνος τρόπος αντιμετώπισης της απώλειας όρασης και της τύφλωσης λόγω του γλαυκώματος είναι η έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπισή του. Υπάρχουν όμως κάποιες καταστάσεις συνδεδεμένες με αυτή την ασθένεια οι οποίες τείνουν να θέτουν αυτά τα άτομα σε μεγαλύτερο κίνδυνο.
Η υψηλή πίεση καθαυτή δε σημαίνει ότι έχετε γλαύκωμα. Υπάρχουν όμως και άλλοι παράγοντες κινδύνου που η ύπαρξή τους προδιαθέτει για την εμφάνιση γλαυκώματος.
Οι πιο σημαντικοί παράγοντες κινδύνου γλαυκώματος περιλαμβάνουν:
-την ηλικία
-την κοντινή όραση
-την αφρικανική καταγωγή
-οικογενειακό ιστορικό γλαυκώματος
-Προηγούμενους τραυματισμούς στο μάτι
-Ιστορικό σοβαρής αναιμίας ή καταπληξίας (shock)
Άλλοι πιθανοί παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν:
-Υψηλή μυωπία
-Ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού (Η.pylori)
-Σακχαρώδη Διαβήτη
-Αρτηριακή Υπέρταση
-Κεντρικό πάχος κερατοειδούς λιγότερο από 500 μm.
Μπορεί να σας αφορά το γλαύκωμα εάν:
είστε άνω των 40 ετών και δεν εξετάζετε τα μάτια σας τακτικά
κάποιος από την οικογένειά σας έχει ιστορικό γλαυκώματος
έχετε πολύ υψηλή ενδοφθάλμια πίεση
έχετε διαβήτη, μυωπία, υψηλή αρτηριακή πίεση, ή χρησιμοποιείτε κορτιζόνη
έχετε πρωινούς πονοκεφάλους
περιοδικά η όρασή σας γίνεται θολή
βλέπετε φωτοστέφανα σαν γύρω από τα φώτα τη νύχτα
έχετε πόνο γύρω από τα μάτια μετά από παρακολούθηση της τηλεόρασης ή βγαίνοντας από ένα σκοτεινό θέατρο.
Διάγνωση Γλαυκώματος
Η εποχή που η διάγνωση του γλαυκώματος βασιζόταν μόνο στην μέτρηση της ενδοφθάλμιας πίεσης έχει παρέλθει. Αυξημένη ενδοφθάλμια πίεση (>21mmHg) δεν σημαίνει απο μόνη της γλαύκωμα, όπως χαμηλή ενδοφθάλμια πίεση (<21mmHg).
Η διάγνωση γίνεται με την αξιολόγηση του ιστορικού του ατόμου σε συνδυασμό με τις εξής οφθαλμολογικές εξετάσεις:
Τονομέτρηση
Οφθαλμοσκόπηση (Αξιολόγηση του οπτικού νεύρου και των νευρικών ινών)
Γωνιοσκοπία
Έλεγχος των οπτικών πεδίων (περιμετρία)
Ψηφιακή (υπολογιστική) απεικόνιση οπτικού νεύρου
Παχυμετρία
Θεραπεία του γλαυκώματος
Κατά κανόνα, η βλάβη που προκαλείται από το γλαύκωμα είναι μη αναστρέψιμη. Οφθαλμικές σταγόνες, χάπια, και λέιζερ ή χειρουργικές επεμβάσεις χρησιμοποιούνται για την πρόληψη ή την καθυστέρηση περαιτέρω βλάβης. Η αντιμετώπιση του γλαυκώματος, όταν αυτό διαγνωστεί έγκαιρα μπορεί να γίνει είτε με φαρμακευτική αγωγή (κολλύρια), είτε με ειδικό laser (Selective Laser Trabecouloplasty), αλλά και με χειρουργική επέμβαση. Η χειρουργική επέμβαση για την πάθηση του γλαυκώματος ονομάζεται τραμπεκουλεκτομή. Κατά την επέμβαση αυτή ο γιατρός με εργαλεία μικροχειρουργικής δημιουργεί μία παρακαμπτήριο οδό αποχέτευσης του υγρού του ματιού με σκοπό τη μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης.
Σε περιπτώσεις που έχουν προηγηθεί άλλες επεμβάσεις στο μάτι και η πιθανότητα επιτυχίας της τραμπεκουλεκτομής κρίνεται από τον γιατρό ότι είναι μειωμένη, μπορεί να γίνει αντιγλαυκωματική επέμβαση με τοποθέτηση αντιγλαυκωματικής βαλβίδας. Οι επεμβάσεις αυτές μπορούν να πραγματοποιηθούν σε χειρουργείο μιας ημέρας.
Με κάθε τύπο γλαυκώματος, οι περιοδικές εξετάσεις είναι πολύ σημαντικές για την αποφυγή της απώλειας της οράσεως.
Από μελέτες που έχουν γίνει, το περπάτημα και η αερόβιος άσκηση δρουν ευεργετικά στην μείωση της ενδοφθάλμιας πίεσης, ενώ αντίθετα η συστηματική άρση βαρών μπορεί να οδηγήσει σε αύξησή της.
Η θεραπεία του γλαυκώματος απαιτεί συνεργασία μεταξύ ασθενούς και γιατρού.
Οι συχνές οφθαλμολογικές εξετάσεις μπορούν να βοηθήσουν την πρόληψη της μη απαραίτητης απώλειας της όρασης.
Θα πρέπει να γίνεται εξέταση:
Κάθε 3-5 χρόνια
Σε άτομα 39 χρονών και άνω
Κάθε 1-2 χρόνια
εάν υπάρχει γλαύκωμα σε κάποιο μέλος της οικογένειας
σε Αφρικανική καταγωγή
σε σοβαρό τραυματισμό του οφθαλμού στο παρελθόν
Σε λήψη στεροειδών σκευασμάτων.
Ποια φάρμακα επιδεινώνουν το γλαύκωμα
Ιδιαίτερα προσεκτικοί πρέπει να είναι με τα φάρμακα που παίρνουν οι ασθενείς με γλαύκωμα, καθώς πολλά από εκείνα που χορηγούνται για άλλες παθήσεις μπορεί να το επιδεινώσουν. Στα φάρμακα που μπορεί να προκαλέσουν ανεπιθύμητες ενέργειες περιλαμβάνονται πολλά συνταγογραφούμενα σκευάσματα, αλλά και προϊόντα που χορηγούνται χωρίς ιατρική συνταγή. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι τα κορτικοστεροειδή (κορτιζόνη), ορισμένα αντικαταθλιπτικά, αντιυπερτασικά, αντιισταμινικά και πολλά άλλα.
Τα κορτικοστεροειδή μπορούν να προκαλέσουν γλαύκωμα ακόμα σε άτομα χωρίς κληρονομική προδιάθεση. Πόσο μάλλον, λοιπόν, όταν τα παίρνουν ασθενείς που ήδη πάσχουν από τη νόσο. Αύξηση της ενδοφθάλμιας πίεσης μπορεί να παρατηρηθεί και με άλλες μορφές κορτικοστεροειδών, όπως με εκείνες που εγχέονται μέσα ή γύρω από τα μάτια, με τα χάπια που λαμβάνονται από το στόμα, τις εγχύσεις για τις αρθρώσεις ή ακόμα και τις κορτιζονούχες κρέμες που αλείφονται στο δέρμα.