Οι Έλληνες βλέποντας τους Γάλλους στρατιώτες να έρχονται έλεγαν, στρίβοντας τα πλούσια μουστάκια τους: «Αχ, καημένα στρατιωτάκια πόσοι από σας δεν θα δουν το νέο φεγγάρι»…
Τον Αύγουστο του 1828 αποβιβάστηκαν στην Πελοπόννησο γαλλικά στρατεύματα υπό τον έμπειρο στρατηγό Nicolas-Joseph Maison. Περίπου 15 χιλιάδες άνδρες αποτελούσαν το γαλλικό εκστρατευτικό σώμα του Μωριά (Expédition de Morée), που κύριο στόχο είχε την εκδίωξη των τουρκοαιγυπτιακών στρατευμάτων από τον Μωριά και την συνδρομή στην διοίκηση του Καποδίστρια. Πίσω, όμως, από τους φανερούς και διακηρυγμένους στόχους υπέφωσκε και μια λιγότερο ορατή στόχευση των Γάλλων. Τον Απρίλιο του 1828 είχε ξεσπάσει πόλεμος ανάμεσα στην Ρωσία και την Τουρκία, γεγονός που είχε θέσει σε εγρήγορση τις άλλες δυο Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής, Αγγλία και Γαλλία. Η συνεχής πτώση του γοήτρου και των πολεμικών δυνατοτήτων του Μεγάλου ασθενούς ανησύχησαν σφόδρα τις κυβερνήσεις της Αγγλίας και της Γαλλίας που φοβήθηκαν μήπως η φιλορωσική διακυβέρνηση του Καποδίστρια επιχειρήσει κάποια συνεννόηση με την Αγία Πετρούπολη. Για τούτο και αποφάσισαν ότι θα ήταν σώφρων κίνηση να σταλεί ένα εκστρατευτικό σώμα στον Μωριά που θα εμπόδιζε οποιαδήποτε αναπάντεχη κίνηση από πλευράς Καποδίστρια. Όπως το έθεσε λίγο αργότερα ο Γάλλος διπλωμάτης δούκας De Broglie: «Η γαλλική κυβέρνησις δεν έβλεπεν άνευ μεγάλης ανησυχίας απάσας τας δυνάμεις της Ρωσίας διαχεομένας εις τας βορείους επαρχίας της Τουρκίας και την Τουρκίαν κινδυνεύουσαν δια μιας και μόνης μάχης να παραδοθή εις την Ρωσίαν. Δια τούτο διενοήθη τότε να προλάβη τον κίνδυνον καταλαμβάνουσα δια στρατού την Πελοπόννησον». Όσο η Οθωμανική αυτοκρατορία λειτουργούσε ως εμπόδιο στην κάθοδο της Ρωσίας στα θερμά ύδατα της Μεσογείου η Αγγλία και η Γαλλία εγγυούνταν την ακεραιότητα της.
Από τον Σεπτέμβριο του 1832 η κυβέρνηση είχε ανατεθεί από τις Μεγάλες Δυνάμεις στην τριανδρία Α. Ζαΐμη, Α. Μεταξά και Ι. Κωλέτη, με τον τελευταίο να είναι μάλλον ο πραγματικός ιθύνων νους της κυβέρνησης. Η εξουσία που απολάμβανε, όμως, αυτή η κυβέρνηση δεν ξεπερνούσε τα όρια των τειχών του Ναυπλίου… Εκτός των τειχών επικρατούσε πλήρης αναρχία. Τα ρουμελιώτικά άτακτα στρατεύματα, που είχαν στηρίξει τον Κωλέτη στον αγώνα του ενάντια στον αδερφό του δολοφονηθέντος Ι. Καποδίστρια, Αυγουστίνο, είχαν επιδοθεί πλέον σε ένα άνευ προηγουμένου πλιάτσικο στην Πελοπόννησο, αφού η κυβέρνηση αδυνατούσε να τους πληρώσει τους μισθούς. Μισθούς που κατ’ ουσίαν ο Κωλέτης τους είχε υποσχεθεί μόλις θα καταλάμβαναν το Ναύπλιο… Προκειμένου λοιπόν να σώσει την εξουσία του ο παμπόνηρος Ηπειρώτης, επέτρεψε στα ρουμελιώτικα στρατεύματα να πλιατσικολογήσουν ό,τι μπορούσαν από την Πελοπόννησο. Οι Πελοποννήσιοι οπλαρχηγοί, όπως ήταν αναμενόμενο, δεν κάθισαν με σταυρωμένα τα χέρια. Ο Κολοκοτρώνης κατάφερε να προσεγγίσει το Ναύπλιο, όπου βρήκε θερμή υποδοχή, και συναντήθηκε με τους ναυάρχους Ρίκορντ και Χόθαμ, παρουσιάζοντάς τους με τα μελανότερα χρώματα την κατάσταση στην Πελοπόννησο. Σφόδρα επικριτικός απέναντι στην κυβέρνηση του Ναυπλίου, που αδυνατούσε να επιβάλλει στοιχειωδώς την τάξη στην επικράτεια, προσφέρθηκε ο ίδιος να δαμάσει την κατάσταση με τις δυνάμεις του. Τόνισε ότι ένας στρατός περίπου 8.000 ανδρών υπό τις διαταγές του μπορούσε να συγκεντρωθεί σε λίγες ημέρες στην πεδιάδα του Άργους και απαίτησε τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης. Ο Κολοκοτρώνης, όπως και ο Κριεζιώτης στην βόρεια Πελοπόννησο, είχαν εγκαταστήσει μια de facto προσωπική κυβέρνηση στις περιοχές που ήλεγχαν, συλλέγοντας φόρους και υποκαθιστώντας πλήρως τις κυβερνητικές λειτουργίες. Μάλιστα κατά τον Μπαρτόλντυ ο Κριεζιώτης είχε ιδρύσει στην περιοχή του μια «στρατιωτικήν τινά βιαιοκρατίαν»… Στόχος τόσο του Κολοκοτρώνη όσο και του Κωλέτη ήταν να κατέχουν όσο το δυνατόν περισσότερο μερίδιο της εξουσίας όταν θα ερχόταν ο βασιλιάς. Και όσο πλησίαζε η μέρα της άφιξης του βασιλιά, τόσο εντείνονταν η τυραννία των πενόμενων αγροτών και η λεηλάτηση των επαρχιών…
Έχοντας ζυγίσει την κατάσταση ο Κολοκοτρώνης άρχισε να συγκεντρώνει στρατεύματα στο Άργος με σκοπό να είναι έτοιμος για την υποδοχή του βασιλιά και να παρουσιαστεί ως η μόνη δύναμη που θα εγγυόταν την τάξη και την ασφάλεια. Μπροστά σε μια τέτοια πρόκληση η κυβέρνηση του Ναυπλίου δεν έμεινε με σταυρωμένα χέρια. Άλλωστε εδώ κρινόταν η ίδια της ύπαρξη… Και εδώ μπαίνουν στο πολιτικό παιχνίδι οι Γάλλοι στρατιώτες της Expédition de Morée. Ο Κωλέτης, που διατηρούσε άριστες σχέσεις με τους Γάλλους, καθόσον αυτοί εγγυούνταν την πολιτική του θέση, γρήγορα διείδε την τακτική του Κολοκοτρώνη και κάλεσε αμέσως γαλλικά στρατεύματα να καταλάβουν την πόλη του Άργους. Τα γαλλικά στρατεύματα, τα οποία αρχικά ήταν επιφορτισμένα με την επίβλεψη της εκκένωσης του Μωριά από τους Αιγύπτιους του Ιμπραήμ, τώρα καλούνταν σε ένα νέο ρόλο, αυτόν της επιβολής της εξουσίας της κυβέρνησης του Ναυπλίου. Σωστά σημειώνει ο Μπαρτόλντυ για την θέση της κυβερνητικής τριανδρίας τα εξής: «Η πανταχόθεν πολεμουμένη τριανδρία του Ναυπλίου καλώς εγνώριζεν, ότι οι οπλαρχηγοί και η Γερουσία είχον τον φιλόδοξον πόθον να αντιπροσωπεύωσι το ελληνικόν έθνος κατά την άφιξη του ηγεμόνος και να παραστώσιν ενώπιον του μέλλοντος βασιλέως ως οι κύριοι, οίτινες μετέδιδον ούτως ειπείν αυτώ την αρχήν». Κάτι τέτοιο, βέβαια, αποτελούσε ίσως τον χειρότερο εφιάλτη του Κωλέτη, αφού «γκουβέρνο» χωρίς αυτόν στην κεφαλή ήταν αδιανόητο…
Έτσι, αμέσως τέσσερεις λόχοι Γάλλων του 21ου συντάγματος με δυο πυροβόλα υπό τον ταγματάρχη Νώδ κατευθύνθηκαν προς το Άργος και εν συνεχεία ακόμη τέσσερεις λόχοι υπό τον συνταγματάρχη Στοφέλ έφθασαν στην πόλη. Μάλιστα, οι λόχοι του συνταγματάρχη Στοφέλ ερχόμενοι από την Μεσσηνία, περνώντας από την Τρίπολη φιλοξενήθηκαν από τον Κολοκοτρώνη, ο οποίος όμως σχεδίαζε να τους επιτεθεί αιφνιδιαστικά, αλλά τον συγκράτησε ο Χατζή- Χρήστος, θεωρώντας το Άργος ως καλύτερο τόπο για την αναμέτρηση… Στο Άργος είχαν ήδη λάβει θέσεις άτακτα ελληνικά στρατεύματα του Τσώκρη, του Κριεζιώτη και του Καλλέργη, ενώ από μέρα σε μέρα αναμένονταν και άλλα του Κολοκοτρώνη. Η θέα των Γάλλων εξερέθισε σφόδρα τους Έλληνες, αλλά συγκρατήθηκαν και δεν επιτέθηκαν αμέσως. Όπως παρατηρεί και ο Γ. Κρέμος: « [οι Γάλλοι] εύρον τους μεν τους Έλληνας εχθρικώς διακειμένους, αλλ’ ουδέποτ’ επίστευον ότι θα ήρχοντο εις χείρας άνευ σπουδαίας ανάγκης. Τούτου ένεκα οι Γάλλοι στρατιώται περιήρχοντο άοπλοι». Από την μεριά τους οι Έλληνες βλέποντας τους Γάλλους στρατιώτες να έρχονται με τους βαρείς σάκους εκστρατείας στους ώμους τους ταλαιπωρημένοι έλεγαν, στρίβοντας τα πλούσια μουστάκια τους: «Αχ, καημένα στρατιωτάκια, πόσοι από σας δεν θα δουν το νέο φεγγάρι»…
Η άφιξη των λόχων του Στοφέλ υπήρξε ο καταλύτης των μετέπειτα γεγονότων. Καθώς ο στρατώνας της πόλης ήταν κατειλημμένος από τους λόχους του ταγματάρχη Νώδ, ο Στοφέλ επέλεξε να κάνει κέντρο της διοίκησης το πιο γνωστό μέγαρο της πόλης, αυτό που ανήκε στον Καλλέργη. Εκεί οι Γάλλοι βρήκαν μόνο την πανέμορφη σύζυγο του Καλλέργη, Σοφία Ρέντη, καθώς και έναν Έλληνα αξιωματικό ονόματι Ιωάννη Καλισγούρο. Όταν οι Γάλλοι απαίτησαν την εκκένωση της οικίας ο Καλισγούρος αρνήθηκε και απείλησε να ανοίξει πυρ. Οι Γάλλοι εξοργισμένοι κατάφεραν να αφοπλίσουν τον Έλληνα υπολοχαγό και όταν αυτός προσέβαλε την γαλλική σημαία αποφάσισαν να τον εκτελέσουν. Η εκτέλεση του την επόμενη μέρα 15 Ιανουαρίου 1833 σήμανε την αρχή των εχθροπραξιών. Μια γαλλική περίπολος δέχτηκε την πρώτη επίθεση των περίπου 800 συγκεντρωμένων ελληνικών στρατευμάτων με απώλειες τρεις άνδρες. Αμέσως τα γαλλικά στρατεύματα βγήκαν συντεταγμένα από τον στρατώνα, παρατάχτηκαν στους δρόμους του Άργους και έβαλαν αδιακρίτως εναντίον οιουδήποτε… Τα περισσότερα παλικάρια επέλεξαν να υποχωρήσουν μπροστά στην δύναμη πυρός των Γάλλων, οι οποίοι έκαναν ευρεία χρήση των πυροβόλων προκαλώντας πανικό στους επιτιθέμενους. Μέσα σε περίπου 4 ώρες η κατάσταση είχε ξεκαθαρίσει. Οι Έλληνες είχαν περίπου 160 νεκρούς, μεταξύ των οποίων και γυναίκες και παιδιά, όπως μας πληροφορεί ο Πρόκες- Όστεν, ενώ οι Γάλλοι είχαν περίπου 40 νεκρούς και τραυματίες. Σύμφωνα με τον Γ. Κρέμο: «Ουδέποτε κατησχύνθησαν Έλληνες οπλίται τοσούτον, όσον κατά την συμπλοκή ταύτην». Ο Κριεζιώτης συνελήφθη από τους Γάλλους, ενώ ο Τσόκρης μόλις και κατάφερε να ξεφύγει, καλυπτόμενος σ’ έναν στάβλο.
Τα αποτελέσματα αυτής της σφαγής έγιναν αμέσως αισθητά. Οι τάξεις των αντικυβερνητικών γέμισαν από αγανακτισμένους που έριχναν όλο το φταίξιμο στους Γάλλους. Τα γαλλικά στρατεύματα έγιναν ακόμη πιο μισητά, ακόμη και σε υποστηρικτές της κυβέρνησης του Ναυπλίου, αφού φέρθηκαν ως δύναμη κατοχής, ανοίγοντας πυρ αδιακρίτως ακόμη και σε γυναικόπαιδα. Ο Κωλέτης θεωρήθηκε ως κύριος υπεύθυνος, ενώ ο Κολοκοτρώνης βγήκε ιδιαίτερα ευνοημένος από την τροπή των πραγμάτων. Όλοι πάντως αντιλήφθηκαν το κόστος των ξενικών επεμβάσεων στην εσωτερική κατάσταση της Ελλάδας. Τέλος στο επεισόδιο έδωσε η αναγγελία της εμφάνισης του συμμαχικού στόλου ανοιχτά του Ναβαρίνου που μετέφερε τον μελλοντικό βασιλιά. Η περίπου διετής περίοδος πλήρους αναρχίας και εμφύλιων συγκρούσεων λάμβανε τέλος μ’ έναν εξίσου τραγικό τρόπο.
Μανόλης Πλούσος
Ο Μανόλης Πλούσος είναι ιστορικός